Don Quixote

Don Quixote

31.3.13

Και μετά ξανά, προβολές στο ταβάνι.








Κάθομαι μπροστά στην οθόνη του υπολογιστή να γράψω. Διαγωνισμός διηγήματος. Αιτήσεις υποβολής ως τις 15/9. Καμιά όρεξη να γράψω, αλλά το έχω υποσχεθεί. Άσχημοι καιροί να ζεις, όμορφοι να γράφεις, αλλά κι αυτό θέλει να βρεις μια ισορροπία, ποτέ μου δεν είχα. Ακόμα και η πληκτρολόγηση μου μοιάζει μαρτύριο μιας και θα προτιμούσα να γράφω στο σημειωματάριο μου, αλλά και πάλι, σιγά μην καθόμουν μετά να τα ξαναπεράσω, ας μην κοροιδεύω τον εαυτό μου, δε θα πλητρολογούσα ούτε μια σελίδα.



Φαντάζομαι κι άλλους στη θέση μου, να ξεκινούν με όρεξη, να ξύνουν μολύβια, και οι λέξεις να κυλάνε ορμητικά ποτάμια από μέσα τους, προσφέροντας μαγικές εικόνες. Αιώνια Άνοιξη. Τα χελιδόνια χτίζουν πιο στέρεες φωλιές, γιατί δε θα χρειαστεί ποτέ να φύγουν, πρόσφυγες ανάμεσα στις εποχές του χρόνου ποτέ ξανα. Κανένα τριαντάφυλλο δε θα μαραθεί, και κανένα αγαπημένο πρόσωπο δε θα χαθεί στη λήθη του χρόνου. Λες κι όλα έχουν παγώσει σε μια χρωματιστή και μυρωδάτη Ουτοπία. Άλλοι, να σκέφτονται, μεθοδικά να κατασκευάζουν την πρόταση, να χτίζουν,αγελάδες που παράγουν με σχέδιο και ομαλή ροή το λογοτεχνικό τους "γάλα", κι άλλοι να κοιτάνε το ταβάνι καθισμένοι με τα πόδια πάνω στο γραφείο καπνίζοντας ένα τσιγάρο ακούγωντας το ασταμάτητο τικ τακ του ρολογιού (χμ, αυτό μοιάζει περισσότερο οικείο, άλλωστε πάντα μου άρεσε να γίνομαι γραφικός).



Και ύστερα έρχεται μόνο του. Πάντα έρχεται μόνο του, και γω γίνομαι απλά ο αποκωδικο-ποιητής. "Le vent nous portera" παίζει στην playlist στο youtube, ή αλλιώς ο αέρας θα μας φέρει κοντά. Και το video clip. Αρχική σκηνή. Ζουμ στην άμμο, φυσάει άνεμος. Αποκαλύπτεται κάτι που μοιάζει με ξύλινο κουτί, αλλά στην πραγματικότητα είναι ένα από κείνα τα παλιά βιβλία με τα ξύλινα, βαριά, σκαλιστά εξώφυλλα. Η ορμή του ανέμου είναι τέτοια που ανοίγει το βιβλίο, οι σελίδες γυρνάνε μανιασμένα. Επόμενη σκηνή. Μητέρα με το παιδί πηγαίνουν μια όμορφη μέρα στη θάλασσα. Κι ύστερα όλα πηγαίνουν στραβά. Κι από πάνω ο ποιητής με τους στίχους του να σου μιλάει πως ότι κι αν γίνει, επειδή αποτελούμαστε από νερό και χώμα, στο τέλος, νομοτελειακά, "τα μόρια μας θα γίνουν ένα σε ένα τρελό χορό του ανέμου, στο χώρο και στο χρόνο, με ιπτάμενα χαλιά και ταξί που μας πηγαίνουν σ'άλλους γαλαξίες κουβαλώντας το άρωμα των παλιών χρόνων στο άπειρο του πεπρωμένου". Η κάπως έτσι. Γιατί ποτέ δε διεκδίκησα την τέλεια γνώση των Γαλλικών. Αλλά και αυτά που ξέρω αρκούσαν να μου βγάλουν εισητήριο για το ταξίδι, έστω και στην οικονομική θέση, χωρίς κουκέτα, με τον υπνόσακο στο κατάστρωμα και τη Μεγάλη Άρκτο να μου διαβάζει τα μηνύματα ΣΟΥ.



Κι ύστερα τελειώνει το τραγούδι. Ησυχία. Και το μόνο που μένει είναι η λάμψη στα μάτια που έχει κάποιος που ξέρει τι να γράψει, τι να πει. Έστω για πέντε λεπτά. Έστω κι αν ολόκληρη η υπόλοιπη ζωή του είναι γεμάτη αβεβαιότητες, εκείνος θα κυνηγάει τέτοιες μικρές λάμψεις, στα μάτια τα δικά του και των άλλων. Λάμψεις που αντιστέκονται στον σκληρό ρεαλισμό του τώρα. Και μετά ξανά, προβολές στο ταβάνι.

14.3.13

Μάρτης-Μάρτυς






Νομίζω πως τα τελευταία χρόνια ζούμε έναν παρατεταμένο Μάρτη...Γδάρτη και παλουκοκαύτη όπως έλεγε ο λαός όταν ακόμα διατηρούσε μια κάποια σοφία. Έναν Μάρτη με τα κρύα της μοναξιάς, αλλά και τη ζέστη μιας αγκαλιάς και ενός χαμόγελου που και που.

Ενός μήνα με τις νεροποντές των δακρύων αλλά και τις ηλιαχτίδες μιας αγκαλιάς και ενός φιλιού. Με τα καρναβάλια μιας προσποιητής χαράς, αλλά και τις φυγές χωρίς επιστροφή. Με την εθιμοτυπική αλλά και την υποχρεωτική νηστεία,  με το πέταγμα των αετών, αλλά και αυτό των αεροπλάνων, με τις επαναστάσεις του 1821 και τις εκκωφαντικές σιωπές του 2013,   με το χρυσό και τα σκουπίδια, με τη Δημοκρατία και τους Ναζί, με τις γιγαντωμέςνες αντιφάσεις του ίδιου 24ώρου.

Μόνη διαφορά με το Μάρτη; Ξέρεις πως κάποια στιγμή θα τελειώσει και θα ρθει ή Ανοιξη, να με συγχωρείτε, αλλά δε βλέπω καμιά Ανοιξη...



12.3.13

Της νύχτας παρτ456464

Έσβησε τα φώτα και χώθηκε κάτω από τα βαριά σκεπάσματα, έξω από αυτά το κρύο ήταν ανυπόφορο και τουλάχιστον για φέτος είχε ξεχάσει τη δυνατότητα της θέρμανσης, έτσι ήταν μια ανακούφιση το να χωθεί στην ασφάλεια του κρεβατιού του.  Τα πράγματα ήταν άσχημα εκεί έξω και είχε ανάγκη να φτιάχνει το δικό του καταφύγιο. Έστω και για λίγες ώρες. Ξάπλωνε και αγκάλιαζε το μαξιλάρι με όλο του κορμί, έτσι όπως ήταν μωρό, και μέσα στην ησυχία της νύχτας, ευτυχισμένος, κοιμόταν.

Όταν λοιπόν το κορμί ηρεμούσε και έριχνε τις αναπνοές του, ξυπνούσε το μυαλό. Εκεί δεν υπήρχαν προβλήματα, εκεί, υπήρχαν περιπέτειες και αυτός ήταν ο ήρωας που στο τέλος πάντα τα κατάφερνε. Σιγά σιγά το κορμί του έβγαινε από την εμβρυακή στάση και συμμετείχε ακούσια, άλλοτε με σπασμωδικές κινήσεις κι άλλοτε λίγο πιο συντονισμένα στις προσταγές του εγκεφάλου. Κάποιος ουδέτερος παρατηρητής απλά θα το έλεγε εκνευριστικό στριφογύρισμα, αλλά εκείνη την ώρα κέρδιζε επαναστάσεις και ωραίες γυναίκες.

Το μωρό κοιμόταν και κατά τη διάρκεια της νύχτας γινόταν και ξυπνούσε άντρας έτοιμος να αντιμετωπίσει τον κόσμο. Τι κρίμα που δε θυμόταν ποτέ τα όνειρά του και αυτό που τελικά έμενε ήταν μια φοβερή κούραση που τοην κουβαλούσε όλη την υπόλοιπη, βαρετή και αδιάφορη μέρα του. Άσχημοι καιροί για ήρωες.


9.3.13

words of others: Πως να γίνεις ένας πολύ καλός συγγραφέας






Πρέπει να γαμήσεις ένα αρκετά μεγάλο αριθμό γυναικών

όμορφων γυναικών

και να γράψεις μερικά ανεκτά ερωτικά ποιήματα.



Και μην σε απασχολεί η ηλικία σου

και τα νέα ταλέντα



Πίνε απλά περισσότερη μπύρα

και να επισκέπτεσαι τον ιππόδρομο

μια φορά την εβδομάδα τουλάχιστον

και αν γίνεται

κέρδιζε κι όλας.



Είναι δύσκολο να μάθεις να νικάς

ο καθένας μπορεί να γίνει ένας καλός χαμένος



Και μην ξεχνάς τον Μπραμς σου

και τον Μπαχ σου

και τη μπύρα σου



Μην σκοτώνεσαι στη δουλειά



Να κοιμάσαι ως το απόγευμα

Απόφευγε τις πιστωτικές κάρτες

ή πλήρωνε τα πάντα στην ώρα σου



Να θυμάσαι ότι σε αυτόν τον κόσμο

κανένας κώλος δεν αξίζει περισσότερο από $50

(σε ισοτιμίες του 1977)



Αν έχεις τη δυνατότητα να αγαπήσεις

αγάπα τον εαυτό σου πρώτα

αλλά να είσαι πάντοτε προετοιμασμένος για το ενδεχόμενο

της ολοκληρωτικής ήττας

-ανεξάρτητα από το αν θα είναι δίκαιη ή άδικη



Μια πρώιμη γεύση από τον θάνατο δεν είναι απαραίτητα

κάτι κακό



Μείνε μακριά από εκκλησίες και μπαρ και μουσεία

και σαν την αράχνη

να είσαι υπομονετικός



Ο χρόνος είναι το καθενός ο σταυρός

κι ακόμα

η εξορία του

η ήττα του

η προδοσία του



Όλα αυτά τα σκουπίδια



Μείνε με τη μπύρα



Η μπύρα είναι το διαρκές αίμα



Ο διαρκής έρωτας



Πάρε μια μεγάλη γραφομηχανή

κι όπως τα βήματα πηγαίνουν πάνω-κάτω

έξω από το παράθυρο σου



Ετσι να βαράς αυτό το μαραφέτι

Βάρα το με δύναμη



Κάντο να είναι σα μάχη βαρέων βαρών

σαν τον ταύρο μόλις μπαίνει στην αρένα



Και να θυμάσαι τα παλιόσκυλα

που το πάλεψαν γερά

τον Χέμινγουεϊ, τον Σελίν, τον Ντοστογιέφσκι, τον Χάμσουν



Αν νομίζεις ότι αυτοί δεν τρελάθηκαν

σε τενεκεδένια δωμάτια

όπως εσύ τώρα



Χωρίς γυναίκες

χωρίς φαΐ

χωρίς ελπίδα



Τότε δεν είσαι έτοιμος



Πιες κι άλλη μπύρα

Υπάρχει χρόνος



Κι αν δεν υπάρχει

και πάλι δεν πειράζει





Τσαρλς Μπουκόφσκι

σε μετάφραση Γ.Α






6.3.13

Ένας ακόμα αριθμός




Σηκώθηκε με κακή διάθεση. Δε θυμόταν πότε είχε σηκωθεί τελευταία και να χαρεί που ξημέρωσε. Οι μέρες κυλούσαν αργά, σε αντίθεση με το χρόνο που κυλούσε με ιλιγγιώδη ταχύτητα. Ετσι τουλάχιστον έμοιαζε..Πως πέρασαν τόσα χρόνια μέσα στην ίδια ατέλειωτη μέρα; Θυμόταν τότε που έκανε όνειρα για ταξίδια, για νύχτες χαράς και δημιουργίας, για έρωτες, για ζωή. Τώρα προσπαθούσε να επιβιώσει μέσα σε μια χρονική λούπα που κάθε μέρα, ήταν το διαστρεβλομένο αντίγραφο της προηγούμενης. Επιβίωση, μετρούσε και ξαναμετρούσε κέρματα και χαρτονομίσματα και έκανε διαιρέσεις υπολογίζοντας, προσθέτοντας λογαριασμούς κι αφαιρώντας ανάγκες. Έτσι κλείνονταν πιο πολύ σπίτι του. 

Οι φίλοι του είχαν καιρό να τον δουν, κάποιοι είχαν ξεχάσει και την ύπαρξή του μέσα στα καθημερινά προβλήματά τους. Οι περισσότεροι παντρεύονταν σε μια προσπάθεια να μοιραστούν τα έξοδα. Εξαιρετικά συντηρητικά αντανακλαστικά. Η κρίση θέριζε εκεί έξω, και τον ενοχλούσε το χωρίς. Χωρίς χρήματα, χωρίς γη, χωρίς σπίτι και ηλεκτρικό ρεύμα σύντομα, χωρίς όνειρα, χωρίς ελπίδα, χωρίς φωνή. Μια χώρα που είχε επιλέξει τον ομαδικό τρόμο, και ενώθηκε μόνο για να σιωπήσει, ένδοξοι απόγονοι των εκάστοτε ραγιάδων της Ιστορίας.

Το μόνο που μεγάλωνε καθημερινά, ήταν το μίσος προς το ξένο, προς το διαφορετικό, προς το φτωχό και το αδύναμο, λες και αυτό θα "κολλούσε" την ήδη άρρωστη κοινωνία μας. Μιάσματα που δε θέλαμε να τους μοιάσουμε, λες και εξαφανίζοντάς τα, θα εξαφανίζαμε αυτό που με μαθηματική ακρίβεια είναι το μέλλον μας. Και έτσι, ξεπήδησαν σα μανιτάρια μετά από πυρηνική έκρηξη μπλε σημαιούλες σχεδόν σε κάθε μπαλκόνι, απότοκα ενός άρρωστου συλλογικού υποσυνείδητου, μιας πλαστής Ιστορίας και μιας νόθας εθνικής περηφάνιας.

Μέτρησε για άλλη μια φορά τα λεφτά του, έψαξε σε συρτάρια, μπουφάν, κάτω από το κρεβάτι, οπουδήποτε. Συγκέντρωσε όσα είχε τέλος πάντων και κατέβηκε στην αγορά. Αγόρασε την πιο μεγάλη γαλανόλευκη που μπόρεσε να βρει.Ήταν η κατάλληλη για αυτό που χρειαζόταν. Έδειχνε ευτυχισμένος βγαίνοντας από το μαγαζί. Δυο μέρες μετά τον βρήκαν οι δικοί του κρεμασμένο στη σημαία. Είχαν κάπως αντιστραφεί οι όροι σε μια παράξενη ειρωνεία. Ήταν 34, και ήταν ένας ακόμα αριθμός στα θύματα της κρίσης.







Σημείωση:

Καταλαβαίνεις πως τα πράγματα θα γίνουν ακόμα πιο άσχημα, όταν παράγωγα της κρίσης, δεν είναι ο θυμός, η οργάνωση, η αντίδραση, η εμπνευση για κάτι νέο, αλλά πολλαπλασιαζόμενες μπλε σημαίες στα μπαλκόνια, μπάσταρδα παιδιά μιας κακής εποχής και ενός βιασμού στον οποίο επιλέγουμε να μείνουμε σιωπηλοί, ελπίζοντας πως ο νταβατζής μας, κάποια στιγμή θα μας σώσει.