Έχω ένα πακέτο τσιγάρα. Μαγικά. 20 τον αριθμό. Όποτε χρειαστεί ανάβω ένα και αμέσως βρίσκομαι εκεί που λαχταρώ. Αυτό με έχει γλυτώσει άπειρες φορές στο παρελθόν από άβολες καταστάσεις. Μάχες που απλά δεν έδωσα. Απλά άναβα το τσιγάρο και αντίο. Όπου ήθελα, σε τόπους και χρόνους σπάνιους. Για όσο διαρκούσε το τσιγάρο. Μετά επέστρεφα πάντα στο κρεβάτι μου, Πέμπτη βράδυ 10 χρονών 9:25. Πέντε λεπτά πριν την ώρα που έπεφτα για ύπνο. Διαβασμένος και έτοιμος για σχολείο. Ανυποψίαστος γιατί θα ακολουθούσε στο μέλλον.
Γιατί 10; Γιατί εκεί νομίζω πως έσπασα και την τελευταία δικλίδα ασφαλείας με την παιδικότητα. Και μαλακίες λέω, δεν έχω τέτοιο πακέτο. Αλλά και να χα, 20 είναι, θα τελειώνανε-σιγά μην έκανα σωστή διαχείρηση. Οπότε τι μένει, κάτι βραδίες σε σταθμούς τρένων, λεωφορείων αεροδρόμια, να ψάχνεις περιμένοντας τη λύση στις γραμμές ενός βιβλίου, ή στους στίχους ενός τραγουδιού.
Και καθώς αυτά συγκρούονται μέσα σου γεννιούνται αστέρια και μαύρες τρύπες. Και βλέπεις το φωτεινό του αστεριού, και βρίσκεις μια λύση έστω για λίγο, και ξαναγυρίζεις στο παιδικό σου κρεβάτι, κοιτάς δίπλα την τσάντα, και το μεγαλύτερο σου πρόβλημα είναι τι θα πάρεις να φας στο κυλικείο, και γιατί δε σου τυχαίνει ο Κρέσπο μετά από τόσα φακελάκια panini που έχεις αγοράσει. Ένα σκοινί, ανάμεσα στους σταθμούς της φυγής και στην ασφάλεια του παιδικού σου δωματίου και συ να προσπαθείς να ισοροπήσεις πριν γίνει θηλιά.
Όμως η μαύρη τρύπα δεν ησυχάζει σε τραβάει μέσα της και σε ξερνάει στο δρόμο. Στο 2012, στο φασισμό, στην ανεργία στις γαμημένες ανθρώπινες σχέσεις, στον πόλεμο. Έναν πόλεμο χωρίς στολές, με στρατόπεδα δυσδιάκριτα, και σφαίρες αληθινές, θύματα πολλά. Και θες να βρεις έναν καθρέφτη και να κοιτάξεις το 10χρονο εαυτό σου, αλλά τους έχεις σπάσει όλους και νιώθεις πως ακόμα κι αν κοίταζες δε θα σου άρεσε αυτό που θα βλεπες.
Περπατάς, γύρω σου εκπτωτικά κουπόνια σε ανθρώπινη μορφή..Εκπτώσεις στην ηθική, εκπτώσεις στη ζωή, "απλά αφήστε με στην ησυχία μου" φωνάζουν, και παγώνουν ότι ζωντανό προσπαθεί να ανθίσει. Θες να φωνάξεις, αλλά διαπιστώνεις πως κι εσύ είσαι κουπόνι και δεν έχεις πια φωνή,
Ξαφνικά ένα χέρι σ'αρπάζει, σε στρίβει, σε κάνει τσιγάρο και εξαφανίζεστε μαζί. Για λίγο μέχρι να καείς, και μένεις στάχτες, και το χέρι φεύγει, αλλά πριν φύγει αφήνει ένα εισiτήριο δίπλα σου, και συ βρίσκεσαι ξανά στο σταθμό προσπαθώντας να φτάσεις στο παιδικό σου δωμάτιο Πέμπτη βράδυ 9:25.
.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου