Don Quixote

Don Quixote

31.12.12

10 πράγματα για 2012

   

                           

       

                                               

Καλή χρονιά

Φόρεσε τα καλά του. Μπήκε στο αυτοκίνητο, το λαμπάκι της βενζίνης είχε ανάψει. Πήγε στο καζίνο. Ρουλέττα. Είχε προαίθημα. 13 κόκκινο. 13 ναι, αλλά τελικά μαύρο. Γύρισε με τα πόδια.


Καλή χρονιά!

Του Μελό Μακάρονου.

Αυτοκτόνησε τρώγοντας μεγάλη ποσότητα χαπιών αδυνατίσματος. Την επόμενη, βρήκαν μόνο τα ρούχα του...

21.12.12

Ειπαν- thanx

“‎”Να πετάξουμε μπογιές.

Να γδύσουμε παπάδες.
Να πειράξουμε αγνώστους.
Να ενοχλήσουμε τον μαλακα γείτονα.
Να κάνουμε πάρτι μέσα σε εκκλησίες.
Να κάνουμε πρωινές συναυλίες μέσα
σε δημόσιες υπηρεσίες.
Να παίξουμε μπουγέλο μέσα στα εμπορικά κέντρα.
Να καταστρέψουμε ότι μας καταστρέφει.


Να γεμίσουμε ο ένας τον άλλον.

να πατσαβουριαστουμε.
Να φιληθούμε μέχρι
να πνιγούμε από ασφυξία.
Να μιλήσουμε μέχρι
ο ένας να αποκτήσει την χροιά φωνής
του άλλου.
Να μη μας λείπει ο εαυτός μας.
ούτε οι άλλοι.
Γαμωτο.


23.11.12

Μια ιστορία του δρόμου παρτ του

Ναι, ήταν άνεργος. Το γεγονός αυτό αυτομάτως τον τοποθετούσε σε μια ισχυρή πλειοψηφία, τουλάχιστον για την ηλικία του, και από την άλλη του έδινε το χρόνο που ζητούσε για να δημιουργήσει. Κόντρα σε οτιδήποτε άκουγε και περνούσε σαν κυρίαρχη σκέψη, αυτός έβρισκε το 8ωρο αποκρουστικό, και συνεπώς έμοιζε ευτυχισμένος στη συγκεκριμένη εποχή. Εντάξει, υπήρχαν κάποια ντεσαβαντάζ, όπως ότι έπρεπε να ζει μαζί με τη μάνα του από τη σύνταξη του πατέρα του και να μένει ακόμα και τώρα, λίγο μετά τα πρώτα -άντα στο σπίτι των γονιών του, αλλά και πάλι, κανεις δεν είναι τέλειος. Ούτε και γκόμενα είχε, αλλά τουλάχιστον  είχε καλή σύνδεση στο Ιντερνετ και φαντασία, άλλωστε ήταν πεπεισμένος πως όλα αυτά ήταν "δανεικά" και κάποτε θα έβρισκε την πραγματική ευτυχία και τότε δε θα τον ένοιαζε τίποτα. Σιγά μη μπορούσε να ορίσει τι είναι πραγματική ευτυχία, αλλά και ποιος μπορεί. Στο παζλ των στιγμών που μπορούσε να χαρακτηρίσει ευτυχισμένες σίγουρα έλειπαν αρκετά κομμάτια για να προσπαθήσουμε να κάνουμε έστω και μια αν-ασφαλή εκτίμηση για το τι εικόνα επρόκειτο να σχηματιστεί.

Έγραφε, ζωγράφιζε, φωτογράφιζε. Προσπαθούσε να ανακαλύψει σε τι ήταν καλός, γενικά το κυνηγούσε το πράγμα, δε το άφηνε στην ησυχία του. Ήταν σίγουρος πως θα είχε κάποιο ταλέντο που θα του εξασφλαλιζε αυτά που λέγαμε μια παράγραφο πιο πάνω, και έτσι δεν προνοούσε για καμιά καβάτζα. Είχε και τις εμμονές του είναι αλήθεια, αλλά ποιος δεν έχει και ποιος δεν έχει νιώσει το κέντρο του κόσμου έστω και για μια φορά στη ζωή του. Δείξτε μου έναν τέτοιο κάποιο και γω θα σταματήσω να γράφω εδώ!

Η κύρια εμμονή του είναι πως του άρεσε να σκαρώνει σενάρια. Εκεί που ήταν αμέριμνος και οδηγούσε πχ το αυτοκίνητο της  μάνας του, άρχιζε να καταδιώκει τον μπροστινό του λες και βρισκόταν σε κάποιο κακόγουστο αστυνομικό μπι μουβι. Αγαπημένο σενάριο, του είχε κοστίσει ένα σπασμένο φανάρι και τρία σπασμένα πλευρά (σε διαφορετικές περιπτώσεις). Άλλες φορές άρχιζε κουβέντες με αγνώστους, πόσοι είχαν πάει σπίτι τους νομίζοντας πως είναι κερατάδες ή πως χρωστάνε 3 καταναλωτικά δάνεια δε λέγεται-από αυτό δεν είχε φάει ξύλο είναι αλήθεια. Πάντως πίστευε πως "αναστατώνοντάς" τους θα γέμιζε τη μίζερη-για αυτόν ζωή τους. Όλες τις ζωές τις θεωρούσε μίζερες a priori, μια μικρή σύμβαση που του επέτρεπε να "δημιουργει" τα σενάρια του όποτε ήθελε και χωρίς πρώτα να κάνει "background check"(που λένε και στο hollywood) στο εκάστοτε καστ.

Και έτσι,  όταν μια μέρα βρέθηκε στη μέση μιας "διασταύρωσης πυρών" σε ληστεία τράπεζας, και λίγο πριν αποδημήσει εις οπουδήποτε εκτός από δω,χάρη στην καθυστέρηση του ασθενοφόρου που αργότερα θα μαθαίναμε πως είχε πάει να παραλάβει κάποιον μάλλον ακροδεξιό που είχε φάει μια γλάστρα στο κεφάλι και ούτε αυτός εν τέλει τη γλίτωσε, αναλογίστηκε, για πρώτη φορά ίσως, πως ο κόσμος δεν περιστρέφεται γύρω του, και πως τα σενάρια του ωχριούσαν μπροστά στην πραγματική ζωή...Εκεί ήταν ένας κομπάρσος..Ένας μάλλον σκληρός τρόπος για να μάθεις ένα μάθημα που πιθανότατα δε θα σου χρησιμέυσει ποτέ, αλλά και πάλι, μπορούμε πάντα να ελπίζουμε στην μεταθάνατον συνέχεια...





20.11.12

Μια ιστορία του δρόμου

Κλείστηκε στο σπίτι και άνοιξε το λαπτοπ για να συνδεθεί με τον έξω κόσμο. Τόσο αντιφατικό σαν πρόταση που αρνούμαι να τη σχολιάσω περαιτέρω. Απασχολήθηκε κανενα τρίωρο. "Να αυγατίζει το μεροκάματο", έλεγε. Στην πραγματικότητα το "μεροκάματο" ήταν ένα 15ευρο που του δινε η μάνα του, εδώ και 3 χρόνια που ήταν άνεργος δηλαδή, τα 2/3 του οποίου τα "επένδυε" καθημερινά σε ποδοσφαρικά στοιχήματα, και το υπόλοιπο ήταν ο καπνός, ο καφές ή η μπύρα του. Προφανώς και τις περισσότερες φορές οι "επενδύσεις" του δεν απέφεραν τα αναμενόμενα, αλλά και όταν το έκαναν, κανένα μπουκάλι σε κανένα σκυλάδικο κι αυτό ήταν.

Κοπενχάγη, Ελσίνκι, Μονακό. Όχι, δεν είχε ταξιδέψει ούτε ήταν και ονειρικοί προορισμοί. Ομάδες που είχε χάσει στο στοίχημα ήταν και τις μισούσε θανάσιμα. Ότιδήποτε ξένο το μισούσε. Δεν είχε ταξιδέψει ποτέ του κι ούτε ήθελε. Έτσι δεν καταλάβαινε και κείνους τους ξένους που χαν έρθει στη γειτονιά του. Γιατί δεν κάθονταν σπίτι τους; Ο κύριος Γιώργος του είπε πως αυτοί φταίνε που δεν έχει δουλειά. Ο κύριος Γιώργος ξέρει, είναι δικηγόρος. Δε μπορεί να μη δε ξέρει. 

Κοπέλα δεν είχε. Ας είναι καλά οι πουτάνες. Ελληνίδες όμως. Μη κολλήσει τίποτα από τις βρωμιάρες τις άλλες. Και για κει η μάνα του έδινε. 32 χροννών μαλάκας. Από φίλους; 2-3 σαν κι αυτόν, θα μπορούσαν να είναι αδέρφια του, από μια άλλη οικογένεια όμως, που ο πατέρας του δεν είχε φύγει με τη Ρωσιδα, αλλά που καθόταν στο σπίτι, στην ωραία του οικογένεια, και όποτε είχε πρόβλημα στη δουλειά ή έχανε η ομάδα θα κατέβαζε τα μούτρα της μάνας του, ή οτιδήποτε άλλο, αρκεί την Κυριακή να τρώγανε στο ίδιο τραπέζι, και μετά να τον πήγαινε για μπάλα. Άλλωστε γυναίκα ήταν, ένα χεράκι ξύλο που και που καλό έκανε. Γιαυτό πάντως μισούσε τους ξένους. Είχαν έρθει, του πήραν τον πατέρα και τη δουλειά.

Κανένα βράδυ έβγαινε καμιά βόλτα με τους άλλους, κι αν έβρισκε κανέναν καργιόλη τον κυνηγούσε. Άμα δε ήταν και "εξοπλισμένοι" του την πέφτανε και πιο άγρια. Να μάθει. Μας παίρνουν τις δουλειές μας παίρνουν και τις γυναίκες. Και τα ζώα τα μισούσε, ίσως επειδή δεν είχε ποτέ του, ίσως επειδή αυτά έπαιρναν χάδια που αυτός δε θα παιρνε ποτέ. Όλα τα μισούσε βασικά. Και η ζωή κυλούσε μέσα στη γενικότερη μιζέρια της εποχής, χωρίς αυτός να αντιλαμβάνεται ή να θέλει να αντιληφθεί περισσότερα. Τις επιλογές του τις είχε κάνει, όταν άφηνε τις καταστάσεις να επιλέξουν για αυτόν, όταν "παραδίδονταν" στην ευκολία του πρώτου πράγματος που έβλεπε μπροστά του.

Έτσι, όταν μια μέρα περπατούσε, επέλεξα σα συγγραφέας να "αφήσω" μια γλάστρα από τα χέρια μια γηραιάς κυρίας  και να κόψω το νήμα της μίζερης ζωής του, δε νομίζω πως έκανα κακό σε κανέναν. Ίσα ίσα μερικοί μετανάστες σιωπηρά θα με ευγνωμονούσαν τα βράδια αν ήξεραν. Μόνο στη μάνα του έλειψε, αλλά κι αυτή μεταξύ μας ένιωσε ένα βάρος να φεύγει από πάνω της, και λίγο καιρό μετά, στη καινούρια της γειτονιά, απολάμβανε την ελευθερία του αυτοπροσδιορισμού της. Δεν ήταν η γυναίκα, η μάνα ή η κόρη κάποιου. Ηταν αυτή.

Μακάρι βέβαια να ήταν τόσο εύκολο να σβήσουμε μια τέτοια ιδεολογία που τη γεννά ένα κυρίαρχο σύστημα ξένο προς εμάς, αλλά για να το κάνουμε, το πρώτο βήμα είναι να κατανοήσουμε τα τρωτά της, και να ξεχωρίσουμε το γάιδαρο από το σαμάρι πριν είναι πολύ αργά... Καληνύχτα σας!


5.11.12

Ετσι κι αλλιώς η γη θα γίνει κόκκινη..

Πήρε ένα κομμάτι χαρτί, και το ζωγράφισε μαύρο με το μαρκαδόρο, προσπαθούσε βλέπεις να διώξει όλη τη μαυρίλα που είχε η ψυχή του. Ο μαρκαδόρος τελείωσε, κι αυτός εκεί, με το στήθος του να ζυγίζει 1,5 τόνο, και το κεφάλι του φράγμα που κόντευε να υπερχειλίσει από σκέψεις, και χωρίς έστω να υπάρχει μια μικρή βαλβίδα ασφαλείας (είχε χρόνια να κλάψει) ήταν θέμα  χρόνου να έσπαγε και να μετατρέπονταν σε ένα κόκκινο συντριβάνι, γεμάτο αίμα και φαιά ουσία. Μακάρι να ήταν έτσι δηλαδή, αυτό θα ήταν θεαματικό, αυτό θα ήταν τροφή για τα σκυλιά, άλλωστε αυτό δε ζητάνε, άρτο και θεάματα και μιας και δεν είχε άρτο....

Στην πραγματικότητα βέβαια ήξερε πως αποκλείεται να συνέβαινε έτσι...ένα μικρό αγγείο θα έσπαγε και θα έκανε τη ζημιά. Ήταν σίγουρος. Τον εκνεύριζε που ο θάνατος του δεν θα ήταν εντυπωσιακός, ίσως επειδή αρνούταν να συνηθίσει στους σιωπηλούς θανάτους των τελευταίων χρόνων, νούμερα σε μια φρικαλέα στατιστική, οπότε σκεφτόταν πως κάτι εντυπωσιακό ίσως να προσέφερε και ένα σοκ, δεν ήξερε όμως πως θα μπορούσε να φανεί χρήσιμο ένα σοκ σε ένα πτώμα σε βαθιά σήψη, όπως ήταν η κοινωνία γύρω του. 

Οι περισσότεροι του θύμιζαν κακοφτιαγμένα ζόμπι ταινιών του 60', και όλοι οι υπόλοιποι χωρίζονταν σε καρικατούρες κωμωδίας με την Αλίκη Βουγιουκλάκη ή προβληματισμένους ήρωες ενός μέτριου σήριαλ του Παπακαλιάτη. Δε μπορούσε να δεθεί με κανέναν. Ένιωθε και ήταν μόνος.Όσοι ένιωθαν σαν κι αυτόν, σίγουρα έκαναν απόπειρες να το αλλάξουν, είτε στις σύγχρονες συστημικές φυλακές των ευρωπαικών μεγαλουπόλεων, είτε στην εκούσια εξορία της επαρχίας, εκτός είπαμε, κι από αυτούς που έπαιρναν φόρα και εκμεταλεύοταν τα φοβερα προνόμια που έδινε η κυβέρνηση για εθελούσια έξοδο από τη ζωή. Δωρεάν κηδεία σούπερ ντελούξ και φέρετρο από Οξιά,-να ένας κλάδος που γνώριζε φοβερή ανάπτυξη για να αποστομώσουμε και τα παπαγαλάκια...

Πήρε μια Υδρόγειο, και ένα ξυραφάκι, το δάκτυλο του έγινε πινέλο..Λίγο μετά που είχε τελειώσει οι αισθήσεις του τον εγκατέλειψαν. Τελευταία σκέψη πριν τον αφήσει κι η ψυχή του ήταν πως αυτός είχε καταφέρει να βάψει τη γη κόκκινη. Ήταν στο χέρι των άλλων να αποφασίσουν αν θα είναι από ζωή ή θάνατο. Σίγουρα τους είχε κάνει να κοκκινίσουν από ντροπή.. Το μπαλάκι ήταν πια στη δικιά τους μεριά 



1.11.12

Μαύρες τρύπες κι αστέρια

Έχω ένα πακέτο τσιγάρα. Μαγικά. 20 τον αριθμό. Όποτε χρειαστεί ανάβω ένα και αμέσως βρίσκομαι εκεί που λαχταρώ. Αυτό με έχει γλυτώσει άπειρες φορές στο παρελθόν από άβολες καταστάσεις. Μάχες που απλά δεν έδωσα. Απλά άναβα το τσιγάρο και αντίο. Όπου ήθελα, σε τόπους και χρόνους σπάνιους. Για όσο διαρκούσε το τσιγάρο. Μετά επέστρεφα πάντα στο κρεβάτι μου, Πέμπτη βράδυ 10 χρονών 9:25. Πέντε λεπτά πριν την ώρα που έπεφτα για ύπνο. Διαβασμένος και έτοιμος για σχολείο. Ανυποψίαστος γιατί θα ακολουθούσε στο μέλλον. 

Γιατί 10; Γιατί εκεί νομίζω πως έσπασα και την τελευταία δικλίδα ασφαλείας με την παιδικότητα. Και μαλακίες λέω, δεν έχω τέτοιο πακέτο. Αλλά και να χα, 20 είναι, θα τελειώνανε-σιγά μην έκανα σωστή διαχείρηση. Οπότε τι μένει, κάτι βραδίες σε σταθμούς τρένων, λεωφορείων αεροδρόμια, να ψάχνεις περιμένοντας τη λύση στις γραμμές ενός βιβλίου, ή στους στίχους ενός τραγουδιού. 

Και καθώς αυτά συγκρούονται μέσα σου γεννιούνται αστέρια και μαύρες τρύπες. Και βλέπεις το φωτεινό του αστεριού, και βρίσκεις μια λύση έστω για λίγο, και ξαναγυρίζεις στο παιδικό σου κρεβάτι, κοιτάς δίπλα την τσάντα, και το μεγαλύτερο σου πρόβλημα είναι τι θα πάρεις να φας στο κυλικείο, και γιατί δε σου τυχαίνει ο Κρέσπο μετά από τόσα φακελάκια panini που έχεις αγοράσει. Ένα σκοινί, ανάμεσα στους σταθμούς της φυγής και στην ασφάλεια του παιδικού σου δωματίου και συ να προσπαθείς να ισοροπήσεις πριν γίνει θηλιά. 

Όμως η μαύρη τρύπα δεν ησυχάζει σε τραβάει μέσα της και σε ξερνάει στο δρόμο. Στο 2012, στο φασισμό, στην ανεργία στις γαμημένες ανθρώπινες σχέσεις, στον πόλεμο. Έναν πόλεμο χωρίς στολές, με στρατόπεδα δυσδιάκριτα, και σφαίρες αληθινές, θύματα πολλά. Και θες να βρεις έναν καθρέφτη και να κοιτάξεις το 10χρονο εαυτό σου, αλλά τους έχεις σπάσει όλους και νιώθεις πως ακόμα κι αν κοίταζες δε θα σου άρεσε αυτό που θα βλεπες.

Περπατάς, γύρω σου εκπτωτικά κουπόνια σε ανθρώπινη μορφή..Εκπτώσεις στην ηθική, εκπτώσεις στη ζωή, "απλά αφήστε με στην ησυχία μου" φωνάζουν, και παγώνουν ότι ζωντανό προσπαθεί να ανθίσει. Θες να φωνάξεις, αλλά διαπιστώνεις πως κι εσύ είσαι κουπόνι και δεν έχεις πια φωνή, 

Ξαφνικά ένα χέρι σ'αρπάζει, σε στρίβει, σε κάνει τσιγάρο και εξαφανίζεστε μαζί. Για λίγο μέχρι να καείς, και μένεις στάχτες, και το χέρι φεύγει, αλλά πριν φύγει αφήνει ένα εισiτήριο δίπλα σου, και συ βρίσκεσαι ξανά στο σταθμό προσπαθώντας να φτάσεις στο παιδικό σου δωμάτιο Πέμπτη βράδυ 9:25. 


.


31.10.12

Eίπαν-Κριτική

Οι φίλοι μου είναι υπερήρωες, που είπε μια ψυχή. Και τώρα, στη χειρότερη στιγμή, στην πιο ζόρικη στροφή του κόσμου έχω ήδη δει – πέρα απ’ τη γκρίνια – πράγματα, λέξεις, κινήσεις, μουσικές που δεν φανταζόμουν. Στην πιο ζόρικη στροφή έχω δει ήδη χιλιάδες χέρια απλωμένα, απαράμιλλες κινήσεις αλληλεγγύης, προστατευτικές αγκαλιές, κοφτερές λέξεις.

Κι αν χρειαστεί, θα γίνουμε όλοι υπερήρωες.



http://tovytio.wordpress.com/2012/10/30/kritiki/

Είπαν-Αγάπη ρε μουνιά

Στο τρένο. Μπαίνει το πιο όμορφο κοριτσάκι του κόσμου. Φωτεινό, καθαρό πρόσωπο, το μαλλί σε περιποιημένη πλεξούδα. Το χαμόγελό του σκάει τρυφερά και αδυσώπητα φυσικά, σε κάνει να θες να βάλεις τα κλάματα. Του λείπουν δύο δόντια μπροστά, σημάδι υγείας, σημάδι παιδικότητας. Η ομορφιά του δεν χαλάει. Ούτε κι όταν απλώνει το χέρι για λίγα ψιλά, πάντα διακριτικά· με συστολή, με σιγουριά. Δεν επαιτεί, μόνο ομορφαίνει αυτούς που κοιτάζει. Πίσω έρχεται η αδερφή του, λίγο μεγαλύτερη, παίζει μια ήσυχη μελωδία στο ακορντεόν, αναταράζοντας μια αδυσώπητα φυσική μελαγχολία, κουρδισμένη σ'ένα καθημερινό μινόρε. Δεν παίζει τέλεια, παίζει με δυσκολία· σημάδι υγείας, σημάδι παιδικότητας. Η στιγμή είναι εκεί, υπάρχει. Η απόσταση ανάμεσα Αττική και Βικτώρια μεγαλώνει. Γίνεται τραγούδι, γίνεται χαμόγελο. Γίνεται ομορφιά του κόσμου.

Για λίγο, απογειώνομαι. Δεν υπερβάλλω. Το νιώθω πως αφαιρούμαι, αιωρούμαι, κλέβω εκατοστά, κλέβω χρόνο. Μουσική στην πόλη που μισεί τη μουσική, που την πνίγει όπως μπορεί. Βικτώρια. Ανοίγει η πόρτα και τα κορίτσια κινούν για να ομορφύνουν το επόμενο βαγόνι. Το θλιβερό ισοκράτημα του ανήλιαγου βίου γρήγορα επιστρέφει, στης κατήφειας το σκοπό. Είναι ένα άλλο μινόρε, το μινόρε της χρυσής αυγής. Σου'ρχεται με βία στο μυαλό όλη η ασχήμια της εβδομάδας, οι σκατόψυχοι λαϊκοί τραγουδιστές, οι ξασμένες θεούσες τραγουδιάρες της επαγγελματικής ορθοδοξίας, οι ανήθικες τηλεπερσόνες που κρώζουν μίσος μέσα από τα κουφάρια τους, οι κωμικοτραγικοί καμποτίνοι της δημοσιολαγνικής συνάφειας, οι ξεπεσμένοι ανέστιοι σαββόπουλοι που δεν έχουν πλέον μελωδίες, παρά μόνο λύσεις και προτάσεις· προτάσεις για έναν καλύτερο κόσμο όπου οι ξένοι θα δουλεύουν για σένα, όπου οι ξένοι θα'ναι πάντα ξένοι, η γυάρος θα'ναι πάντα γυάρος, φίλος δεν θα υπάρχει, μόνο ξένος, θα είναι μόνο ξένοι, θα είναι ξερονήσια, θα είναι χωρίς ζωή. Ξενονήσια· χωρίς φίλους.

Σου'ρχεται με βία στο μυαλό η σκοτεινιά των ημερών, των ημερών που ξημέρωσαν άγριες νύχτες, μαχαιρώματα στον διπλανό, ανήλιαγες πράξεις, ανήλιαγα μυαλά, οι ιππότες του ζόφου, οι ιερολοχίτες του ψεύδους, τα χρύσαυγα κατακάθια της μηδέν παραγωγής, του caps lock πνεύματος και της ανορθόγραφης μαγκιάς, όλη η ασχήμια που έχει κατακαθίσει στη μέρα σου και στην τρώει λίγο λίγο, σε τρώει λίγο λίγο, σου λέει να είναι μαύρη η μέρα σου και σου σφυρίζει στης κατήφειας το σκοπό, σου λέει καρκίνος, σου λέει δεν υπάρχει ομορφιά του κόσμου, δεν υπάρχει κοριτσάκι, δεν υπάρχει ακορντεόν, δεν υπάρχει μουσική, είναι αλλοδαπό, είναι λαθραίο, είναι θύμα, είναι πρόβλημα, είναι θέμα, είναι να γυρίσεις από την άλλη και να κοιτάξεις τη δουλειά σου, να μην διαλυθείς από τη μελωδία του, να μην κολλήσεις το χαμόγελό του για ήλιο στο μέτωπό σου, εκεί που πλέον έχουν φυτρώσει δόντια.

Μόνο αγάπη ρε μουνιά. Μόνο αγάπη. Κι ένα κονσερβοκούτι για τον καθένα σας φυλαγμένο, για όταν θα έρθει η ώρα. Για όταν θα ξεκουρδιστεί ολότελα το καθημερινό μινόρε. Για όταν δεν θα μου φτάνει η ομορφιά για να εξηγήσω τον κόσμο· για όταν δεν θα μου φτάνει η ομορφιά που του δίνει σχήμα. Για όταν δεν θα είναι αρκετό ένα ακορντεόν να ξεπλένει τη γλίτσα σας.

Για όταν θα καταφέρετε να σωπάσω μέσα μου την ομορφιά του κόσμου.

http://blog.costinho.gr/ΟΛΑ-ΤΑ-ΛΙΠΑΡΑ/ζαχαρωτά/138-train

29.10.12

Είπαν-Μπάσταρδο κείμενο, ο πατέρας πήγε για τσιγάρα...

Η δυνατότερη κραυγή είναι βουβή, σαν προσευχή.
Ονείρων ρέκβιεμ, λειψό, δίχως αρχή.
Τη νύχτα που έφυγες δεν εξημέρωσε. Σκοτάδι πότησε όλη την οικουμένη.
Με βρήκα ξάπλα κάπου στην Ανταρκτική, με τρεις τσιγγάνους Εσκιμώους σ΄ένα ιγκλού και έναν χίπι πιγκουίνο που ασθμαίνει.
Μα εγώ ούτε λέξη δεν αρθρώνω σε κανένα.
Η δυνατότερη κραυγή είναι βουβή σαν προσευχή, κι έτσι οι γύρω μου κατάλαβαν και ξέρουν, πως έτσι κλαίω για τα χρόνια τα χαμένα.
Χωρίς εσένα.
Ο πιγκουίνος με λυπάται από αγάπη, μα όλοι οι άλλοι με αγαπούνε από λύπηση. Εγώ αγαπάω τον πιγκουίνο από όλους πιότερο, απ' της θαλάσσης τ' ανοιχτά και τα βαθιά μου.
Μα όχι από σένα - ψυχοτρόπων ισχυρότερο, θαυμάτων θαύμα και αριστερή γροθιά μου.
Με σφυρηλάτησες με αμόνι και φωτιά, μ' έλουσες φως με τα δυο μάτια σου τα πύρινα. Κι έτσι γεννήθηκα σπαθί για παραμύθια.
Σαν μια κουβέντα μεθυσμένου που δακρύζει. Ψεύτικη αλήθεια.
Όχι, μη φεύγεις τώρα που' ρθες εδώ κάτου, χρόνια χιλιάδες επερίμενα μια λέξη.
Ξέμεινα δύναμη αδύναμη, κενή, το πιο στενάχωρο σκοτάδι πριν να φέξει.
Κρύφτηκα εδώ καταμεσής του πουθενά, κι έκανα έρωτα φτηνό με κάθε τίποτα.
Βορρά εθελούσια για χίλιους άσπρους λύκους και μαύρος πρίγκηπας, νεκρός, σε βράδια ανείπωτα.
Κι όμως ολόρθος να' μαι ξάφνου, εδώ, εμπρός σου.
Αμνός ανήμερος μα ολάκερος δικός σου.
Υπεραστός, λησμονημένος, μα αξεπέραστος.
Ψυχή βαθιά, νοσταλγική και νους αγέραστος.
Με κλωνοποίησα κι ενώ με δολοφόνησα, πήγα στους μπάτσους και κατόπιν με αθώωσα. Για να μπορώ να στέκω πάλι απέναντί σου, κι όσοι θανάτοι κι αν με βρουν, εδώ θε να' μαι.
Όλα είναι κύκλος, στο είχα πει κι είχες γελάσει, όλα είναι κύκλος κι από κύκλο ξεκινάμε.
Έλεγες μοιάζει δαχτυλίδι -μα δες ξανά- είναι θηλιά.
Ξέρω παλεύεις να πεις κάτι, μα δεν βγαίνει ούτε μιλιά.
Γίνε τα χνάρια του προδότη στη βροχή.
Η δυνατότερη κραυγή είναι βουβή, σαν προσευχή.

-Κωνσταντίνος τα βάφεις (μαύρα)-

17.10.12

Φτου ξε-λευτεριά

Είναι μωρέ που ήρθε εκείνη η βροχή να ξεπλύνει, κι η (αστική) δικαιοσύνη (υπο πίεση) έκανε το αυτονόητο, και ήταν κι αλληλεγγύη και ο ήλιος που βγήκε, και κείνο το αεράκι στη μάπα πάνω στο ποδήλατο ενώ έβλεπα τα πλοία να φεύγουν από το νέο λιμάνι στο δρόμο για τη δουλειά, και κείνο το δάκρυ στο μάγουλο που ένιωσα μωρέ λίγο όμορφα, και να που μου πες και πως μ αγαπάς γιατί ο μικροαστούλης που κρύβω μέσα μου το χει ανάγκη...

15.10.12

Λίγες σκέψεις για τα των ημερών..

Αντιστρέφοντας λοιπόν το σύνθημα, κάτω από τις μάσκες, τις κουκούλες, τα ενωμένα χέρια στις αλυσίδες, τις φωνές που γίνονται μια, κρύβεται μια αχόρταγη, ακατανίκητη αίσθηση για ελευθερία, που αντικατοπτρίζεται μόνο στην υγρασία των ματιών μας, Για αυτό και όσα σκατά βγάλετε από τα κράνη και τα καπέλα σας, δε θα μας πείσετε ποτέ να αφήσουμε το κυνήγι της ελευθερίας για λίγη γαμημένη ασφάλεια. Ποτέ δε θα μπούμε στον κόσμο σας, αλλά η λαχτάρα μας θα τον γκρεμίσει με πάταγο για να φτιάξει έναν νέο, στον οποίο θα χωράνε όλοι. Κάντε λοιπόν στην άκρη γιατί μου κόβετε το οξυγόνο της Ουτοπίας μας, αέριο ξένο για σας, μέρος εχθρικό, αφιλόξενο για τα μούτρα σας.



3.10.12

ερωτευτείτε-Ειπαν

Ερωτευτείτε αυτόν που έγραψε: «Το αληθές απόβαρον ενός ανθρώπου ισούται με τις αγάπες, τον οίκτο και την αηδία που ένιωσε στη ζωή. Δύο μεγάλες αδικίες εγνώρισα: την φτώχια και την ερωτική καταφρόνια.»

Ερωτευτείτε τη διανόηση που δεν δέχεται να πρωταγωνιστήσει, που δεν βγαίνει το μεσημέρι στη ΝΕΤ, που δεν μπερδεύει την μετριοπάθεια με τις ίσες αποστάσεις και την εξαθλίωση με το αναπόφευκτο. Τη διανόηση που πολεμά το αναπόφευκτο, που παθιάζεται, που καίγεται από αγάπη και αγωνία, που βρίσκει τη θέση της όταν ανάβει η μάχη. Τη διανόηση που φτύνει τον κόρφο της όταν την αποκαλείς διανόηση.

Ερωτευτείτε τους τραγουδιστές που δεν πήγαν ποτέ στον Σπύρο Παπαδόπουλο, που δεν ήπιαν στην υγειά μας, που δεν γλέντησαν εκ μέρους μας ένα κάποιο Σάββατο. Ας πιούμε στην υγειά τους

Αυτούς που τραγούδησαν το τίποτα δεν πάει χαμένο φτύνοντας το πιο πικρό σφίξιμο της καρδιάς τους.

Αυτούς που κλαίνε ξαφνικά και δίχως λόγο.

Ερωτευτείτε τα καφενεία του Γκόρπα, τα μπαρ του καλοκαιριού, τα τραπεζάκια έξω, το τάβλι δύο γέρων έξω απ’ τα άδεια μαγαζιά τους, τα σουβλάκια στα σκαλάκια των πολυκατοικιών, τις μπύρες στα δύο και το κορίτσι που περνάει ρίχνοντας λοξές ματιές.

Τα ξυπόλυτα κορίτσια, τα κορίτσια που δεν ποζάρουν, τα κορίτσια του Ιουλίου, των αόρατων νησιών, τα κορίτσια με τα αλατισμένα μαλλιά και την κόκκινη μύτη. Αυτά είναι ο πραγματικός κόσμος, η αλήθεια, το τέλος και η άκρη του νοήματος.

Τους αδύναμους. Δείτε. Η κούτα του άστεγου, το στοίβαγμα του μετανάστη, η αναζήτηση φαγητού στα σκουπίδια, ο απλήρωτος λογαριασμός. Υπάρχουμε και για να αναποδογυρίσουμε αυτό το ασυνάρτητο σύμπαν.

Ερωτευτείτε τους αυτόχειρες των χρόνων που ζούμε. Τρέξτε κοντά τους, απλώστε το χέρι, σταθείτε προσοχή. Αν δεν καταφέρετε να συγκρατήσετε το κορμί τους, πριν αυτό αιωρηθεί οριστικά και αμετάκλητα, κρεμαστείτε μαζί τους.

Αυτόν που έγραψε πρώτος το «οι μπάτσοι είναι παντού, αλλά ο έρωτας μας κάνει αόρατους» και αυτόν που το φωτογράφησε και αυτόν που το έκανε ριτουίτ και αυτόν που χαμογέλασε βλέποντάς το.

Ερωτευτείτε την πληγή του κυνηγημένου ξένου. Το φόβο του ανθρώπου χωρίς χαρτιά. Τη μοναξιά του ανθρώπου που πέρασε μέσα απ’ τις νάρκες και τα κύματα, για να πέσει απ’ το λυσσασμένο μαχαίρι του φασίστα.

Τους διαδηλωτές, που ανεβοκατεβαίνουν την Πανεπιστημίου, φωνάζοντας αλληλεγγύη, φωνάζοντας ελευθερία. Τις ομάδες σε γειτονιές και συνοικίες, που μαζεύουν ρούχα, που μαζεύουν φαγητά, ταινίες, υλικά και ανταλλάσσουν τα πάντα εκτός από χρήματα.

Αυτούς που βαριούνται να μιλήσουν για τη δουλειά ή τα λεφτά. Αυτούς που σου λένε το αγαπημένο τους χρώμα, το τραγούδι της εφηβείας τους, που θυμούνται το πρώτο κορίτσι που φίλησαν με τρυφερότητα και αυτούς που, σαν τον Χόλντεν, όταν λένε καριέρα, εννοούν να προσέχουν τα παιδιά που παίζουν σε ένα τεράστιο γήπεδο κλοτσώντας μπάλες πάνω κάτω και τραγουδώντας στίχους χωρίς λόγια, μόνο λα λα λα.

Τον Ντουρούτι, τον Ηλία Λάγιο και τον κλόουν του Μπελ. Τον Νίκο Καρούζο που πλήρωνε τα ποτά του με αυτοσχέδια ποιήματα σε χαρτοπετσέτες.

Ερωτευτείτε αυτούς που δεν κωλώνουν μπροστά στο ανέφικτο, αυτούς που πιστεύουν στα θαύματα που δεν έχουν εξήγηση, αλλά ούτε θρησκευτική προέλευση, αυτούς που αγαπούν τον ορθό λόγο επειδή υπηρετεί τον άνθρωπο και όχι το ανάποδο και αυτούς που δεν πίστεψαν σε οτιδήποτε ειπώθηκε οποτεδήποτε σε δελτίο ειδήσεων.

Αυτούς που κολύμπησαν νύχτα μεθυσμένοι και αυτούς που πνίγηκαν επειδή δεν άντεξαν τη σκληρότητα του κόσμου.

Ερωτευτείτε την φωνή του Αργύρη Μπακιρτζή, το «Θεέ μου μεγαλοδύναμε» και το παιδί που σφίγγει μια πέτρα στο χέρι, χωρίς να είναι σίγουρο ότι έχει δίκιο. Στα κρυφά, στη σιωπή, είμαστε σίγουροι ότι τουλάχιστον δεν έχει άδικο.

Τον Χρήστο Βακαλόπουλο που έλεγε για τον Αύγουστο του Νίκου Παπάζογλου, «το τραγούδι δεν είναι ερωτικό, αλλά ερωτευμένο». Μην δίνετε σημασία σε οτιδήποτε είναι ερωτικό, αλλά όχι ερωτευμένο.

Την Άννα Καρίνα, την Μόνικα Βίτι, τη σερβιτόρα της διπλανής καφετέριας, την Ροζάριο Ντόσον και όλες τις γυναίκες που έχουν αίμα μπερδεμένο, αίμα που έρχεται από δύο ή τρεις ηπείρους.

Ερωτευτείτε τον πατέρα κάποιου γαμπρού που με το τσιγάρο στο στόμα, μεθυσμένος, χορεύει το ζεϊμπέκικο της Ευδοκίας. Ερωτευτείτε το αχ Παναγιά μου, στο τέλος κάθε τέτοιας μουσικής.

Αυτόν που έγραψε, «μην αγαπάς τον πλησίον, αλλά πλησίασε τον αγαπώντα».

Την πιο μικρή ελιά στην κοιλιά της, τον απογευματινό ύπνο κάτω απ’ το αρμυρίκι ή την καρυδιά, την πιο λεπτή ειρωνεία, το παγάκι, την παρέα που κλαίει γελώντας και τη βουβαμάρα του καταστρώματος της επιστροφής.

Ερωτευτείτε το κορίτσι μου. Κάθε πρωί, κάθεται νυσταγμένη στην άκρη του κρεβατιού με γερμένους τους ώμους και τα χέρια να κρέμονται σαν τεράστιο εκκρεμές. Αυτή η εικόνα είναι η ασπίδα, η μολότοφ και το φωτόσπαθο που κρατάω στη χούφτα μου και με κάνει ιπτάμενο, απίθανο και ανήλικο.

Ερωτευτείτε το κορίτσι που περνάει δίπλα σας εδώ και τώρα.

Ερωτευτείτε.


http://tovytio.wordpress.com/2012/10/03/apo_to_bahar/


25.9.12

R.P.G-Είπαν

"Εvery day that Chip spent grooming the corpse of a dramatically dead monologue was a day in which his rent and food and entertainment expenses were paid for, in large part, with his little sister's money. And yet as long as the money lasted, his pain was not acute".
~~~
Ζωή: αυτό το υπέρτατο παιχνίδι ρόλων.
~~~
Εκεί που υπάρχει Μωάμεθ, δεν υπάρχει ανάγκη για φασισμούς και ναζισμούς. Εκεί που υπάρχει Μωάμεθ, το χώρο του απόλυτου τον καταλαμβάνει το θρησκευτικό.
~~~
Χριστός: αυτός ο παρωχημένος Θεός.
~~~
Φοράω ακόμα τον βαφτιστικό μου σταυρό: είμαι μια ζωντανή αντίφαση.
~~~
Ένα κράμα υπερανασφαλειών και υπερέπαρσης όλοι μας.
~~~
Υπάρχουν στα αλήθεια ισορροπημένοι άνθρωποι ή η ισορροπία του καθενός είναι μια ισορροπία υπόρρητου τρόμου;
~~~
Αγάπα το είδος σου με τα ελαττώματά του.
~~~
Για να ζεις έντονα θα πρέπει να πληρώσεις το τίμημα. Το ίδιο και για να ζεις νωθρά.
~~~
Κάθε βράδυ στον ύπνο όλων σκηνές από άλλη ταινία. Είναι τρέλα που δεν τρελαινόμαστε με αυτό. Είναι μνημειώδης τύφλωση ότι το φαινόμενο του ύπνου έχει προκαλέσει τόσο μικρό σούσουρο στην ιστορία της ανθρώπινης σκέψης σε σχέση με το φαινόμενο του θανάτου.
~~~
Εκείνοι που πουλάνε πικραμένο ήθος, εκείνοι που τους πνίγει δηλαδή η αδικία για το ότι οι υποκριτές περνάνε καλύτερα, εκείνοι που τους πνίγει πάντα μια αδικία.
~~~
Κι ύστερα εκείνοι που πουλάνε ακεραιότητα και παρρησία και ντομπροσύνη στις δημόσιες αγορές, διατηρώντας ιδιωτικά ενεχυροδανειστήρια όπου αγοράζουν σκοτωμένα τιμαλφή. Το τελευταίο δεν είναι σίγουρο ότι σημαίνει κάτι, αλλά όσο πιο θολό ακούγεται κάτι, τόσο περισσότερο εντυπωσιάζει μια κατηγορία ανθρώπων.
~~~
Μου αρέσει να γράφω ρε μαλάκα. Μίσησέ με όσο θες για αυτό. Άλλα δεν μου αρέσουν. Έτυχε να μου αρέσει αυτό.
~~~
Αυτούς που γράφουν μουσική πάλι δεν μπορώ να τους καταλάβω. Έχεις δηλαδή ένα συναίσθημα και το κάνεις μουσική. Πώς γίνεται; Και τι σημαίνει; Σημαίνει κάτι; Ωραία, ωραίο είναι. Πέραν από αυτό; Σημαίνει κάτι ειδικό; Ή η διάκριση είναι ωραίο - άσχημο; Τι σημαίνει μι φα ντο και τι λα σολ σι; Σημαίνουν τίποτα; Παιδευόμαστε με τις λέξεις να βγάλουμε νόημα κι αν δεν βγάλουμε αλίμονό μας, κι εσείς είστε ασύδοτοι. Εντελώς ελεύθεροι από νοήματα και ειρμούς και ακριβολογίες. Δεν είναι ανθρώπινο αυτό. Ο άνθρωπος είναι Λόγος. Είστε πίθηκοι. Οι πίθηκοι του πνεύματος. Σας μισώ.

Φλόγα. Σε έκαψε ποτέ η φλόγα; Κι αν σε έκαψε με τι νομίζεις ότι συνορεύει; Είναι υγιές φαινόμενο η φλόγα; Έτσι σου ΄πανε; Νόσος είναι η φλόγα. Αν θες υγείες, να μένεις μακριά από τη φωτιά.
~~~
Θέλω να κάνω αστεία με τα πάντα. Θέλω να κοροϊδεύω ειδικά αυτά που δεν κάνει να κοροϊδεύω. Ειδάλλως ποιά η αξία; Το αστείο είναι μια ανατροπή. Αν ο χώρος είναι ήδη πρόσφορος για αστείο, τότε δεν ανατρέπεις τίποτα. Αστεία που δεν παίζουν με τα όρια δεν έχουν λόγο ύπαρξης. Είναι λεκτικά γαργαλητά.
~~~
Μόνο κανιβαλίζοντας όσα είναι υπεράνω κανιβαλισμού βγαίνεις από το role play που σου αναλογεί. Ειρωνευτείτε τα πάντα. Τα παιδιά σας, τα αισθήματά σας, τους αντιφασίστες, ό,τι είναι ταμπού.
~~~
Καθόμαστε, περιμένουμε τη νηπιαγωγό. Ένα ζευγάρι γονιών μας προσεγγίζει. Πάνε να πιάσουν κουβέντα. Τι θέλουν από μένα αυτά τα εξωτικά πλάσματα, αυτοί οι άγνωστοι άνθρωποι; Γιατί διακόπτουν με τέτοια βιαιότητα την αφηρημάδα μου; Επενέβην εγώ στη δική τους; Μιλούν και συζητούν όσοι βαριούνται να αφαιρεθούν.
~~~
Ο ύπνος είναι η αφηρημάδα στην πιο ολοκληρωμένη μορφή της. Συμπυκνώνεται και γίνεται όνειρο. Μια ιστορία διαδραματίζεται. Πολλές ιστορίες κάθε βράδυ. Δεν θα τις θυμηθείς ποτέ. Ίσως θραύσματά τους μια στις χίλιες.
~~~
Ξυπνάμε κάθε πρωί και το πρώτο που θυμόμαστε είναι η μία και μόνη ιστορία που ζούμε στο ξύπνιο. Χρόνος, τόπος, άνθρωποι δίπλα, αριθμός χρημάτων στην τσέπη. Φοράμε την πανοπλία του ρόλου μας και υποδυόμαστε αυτόν τον άλλο που είμαστε εμείς.

old-boy.blogspot.gr

14.9.12

Τώρα είμαι-είπαν

δεν ήμουν

Θα σε πετύχω τυχαία στο δρόμο. Καλησπέρα, τί κάνεις; Όλα καλά; Σκατά, τα ίδια, αντέχουμε. Θα περπατήσουμε μαζί.

Δεν ήμουν φτιαγμένος για αυτό, θα πεις.

Δεν ήμουν φτιαγμένος να έρθω εδώ, να περπατήσω αυτούς τους δρόμους, να κοιτάξω αυτά τα πρόσωπα, να ζήσω αυτές τις μέρες.

Δεν ήμουν φτιαγμένος να φοβάμαι μέσα στο τρένο, να απελπίζομαι στις κεντρικές λεωφόρους, να ελίσσομαι ανάμεσα στα πτώματα, να αποφεύγω τα απλωμένα χέρια, να παρατηρώ τα παραιτημένα πόδια.

Δεν ήμουν φτιαγμένος να ζήσω αυτά τα χρόνια, αυτές τις ουρές, αυτά τις αγωνίες, αυτές τις φτώχειες.

Δεν ήμουν φτιαγμένος για αυτό, θα πεις και θα σκέφτεσαι τις φωτογραφίες κάποιων διακοπών, τότε που ήμαστε όλοι είκοσι και τίποτα δεν μπορούσε να πάει στραβά. Τίποτα δεν έμπαινε ανάμεσα στον εαυτό και την επιθυμία.

Θα πεις. Ήμουν φτιαγμένος για εκείνη την μακρινή παραλία με την παράταιρη καντίνα, τις παγωμένες μπύρες και την πίτα κάτω απ’ το αρμυρίκι. Για αυτοσχέδιες συναυλίες, μυστήριες γυναίκες, σπιτικά ποτά, αγέραστα καφενεία και νυχτερινές μπάρες. Ήμουν φτιαγμένος για πρωινές βόλτες και σακούλες γεμάτες βιβλία. Για βραδινά μπάνια και κοφτές ντρίπλες.

Οι ώμοι μου ήταν φτιαγμένοι για ένα σακίδιο που θα ξυπνούσε στη μία μεριά του κόσμου και θα κοιμόταν στην άλλη. Τα δάχτυλά μου ήταν φτιαγμένα για να γράφω εξυπνακίστικες ιστορίες και εντυπώσεις από απερίγραπτα τοπία. Το στόμα μου ήταν φτιαγμένο για να γελάει με φριχτά ανέκδοτα και να πίνει (άλλο) ένα τελευταίο κονιάκ και να φιλάει εξωτικούς λαιμούς, ξαπλωμένα χέρια και σεντονένια πόδια.

Ήμουν φτιαγμένος να γνωρίσω τη δυστυχία του κόσμου ως μυθιστόρημα, κακιά ανάμνηση, μελαγχολική ταινία και δυσπρόφερτο πετίσιον.

Τώρα κάνω βόλτες σε έρημους δρόμους πνιγμένους απ’ τα εκατοντάδες ενοικιάζεται. Γράμματα στοιβάζονται σε εισόδους, ζητιάνοι και πρεζάκια στοιβάζονται σε πεζοδρόμια, άνεργοι στοιβάζονται σε βιογραφικά, μετανάστες στοιβάζονται σε στρατόπεδα.

Δεν ήμαστε φτιαγμένοι για να βαδίζουμε ατρόμητοι καταπάνω σε όλα τα ζόρια – λογαριασμοί, απολύσεις, ερημιές, μπάτσοι, φασίστες, βιβλιάρια υγείας. Εμείς υπολογίζαμε ότι θα κλαίγαμε μόνο από έρωτα και εθιμοτυπικά, σε μεγάλες αθλητικές νίκες και επετείους. Άντε πότε πότε κι ένας θάνατος. Εμείς υπολογίζαμε ότι θα διαβάζαμε τους θεωρητικούς για λόγους κουλτούρας και ότι θα τα βάζαμε με την υπερκατανάλωση, την αλλοτρίωση και άλλες έννοιες απ’ τις εκθέσεις ιδεών.

Δεν περιμέναμε ότι πρέπει να βγάλουμε φωτιά απ’ τις λέξεις, ότι πρέπει να περπατήσουμε ξανά μαζί σε χαμένες απεργίες, ότι πρέπει να ηττηθούμε όπως οι άλλοι, αυτοί που κάποτε θαυμάζαμε. Δεν περιμέναμε ότι η ζωή θα μας ζητήσει το λόγο.

Και τώρα, μείναμε να περπατάμε ανάμεσα στα λυσσασμένα για αίμα θύματα . Ο χαλασμός παντού γύρω. Ίσως κάναμε λάθος, ίσως ήμαστε αφελείς, ίσως συνοψίσαμε το όνειρο σε ότι χωρούσε στην αγοραστική μας δύναμη.

Δεν ήμαστε φτιαγμένοι για αυτό, θα σου πω.

Ύστερα, θα κοιτάξουμε τριγύρω, τους δρόμους που περπατήσαμε. Την Καραγιώργη Σερβίας, την Αιόλου, την Αθηνάς απ’ την Ομόνοια ως την Πλάκα. Περιφερόμενοι μετανάστες, μικρομάγαζα, βιοτεχνίες, παπατζήδες, διάσημα εμπορικά καταστήματα, ξεχασμένες κόκκινες σημαίες, πρεζάκια στην Κλαυθμώνος, στένσιλ “welcome to the dark side”, δυο τρία μπαράκια που κάποτε παραήπιες, το τμήμα στην κάθετη της Κολολοτρώνη – περνάς και φτύνεις πάντα – , η πλατεία Συντάγματος γεμάτη κόσμο μπερδεμένο, μαλόξ στα μάτια στην Πανεπιστημίου, Δεκέμβριος 2008 καθισμένος στην άσφαλτο – δίπλα σου περνάει ένας και στο πλακάτ η Κούνεβα, την άλλη την πιάνουν ξαφνικά τα κλάματα – βόλτες στη Σωκράτους να δεις με τα ίδια σου τα μάτια, οι μαύρες σου μαυρίζουν την ψυχή, ένοχος γιατί μόλις βγήκες από το πάλαι ποτέ «σόουλ», πεταχτά φιλιά, μια γριά με αίματα και μάσκα σε κάποια διαδήλωση, το μεταξουργείο καθημερινή πρωί, μια ρακή στο Γιλμάζ στα Εξάρχεια, το παρκάκι απέναντι καθώς φτιαχνόταν, τα σουβλάκια των Κούρδων στην Κάνιγγος, ένας Πακιστανός που σου λέει ευχαριστώ σαν τρελός για ένα δίευρω. Κοιτάξαμε την πόλη μας, τους δρόμους που περπατήσαμε.

Θα γυρίσεις με ένα θυμό, όλο χαμόγελο, και το τσιγάρο στο στόμα και θα μου πεις, μη φοβάσαι ρε. Από δω και πέρα, δεν είμαστε φτιαγμένοι για να μας παγώνει ο φόβος. Από δω και πέρα είμαστε φτιαγμένοι για να ζήσουμε.

tovytio.wordpress.com

11.9.12

Είπαν-Σάββατο 8 Σεπτέμβρη

σάββατο, οκτώ σεπτεμβρίου

Ξύπνησε νωρίς. Νωρίς για Σάββατο. Το χθεσινοβραδινό αλκοόλ του είχε προκαλέσει έντονη δίψα. Αφυδάτωση. Έδωσε ένα φιλί στη γυναίκα του που ακόμη κοιμόταν, εκμεταλλευόμενη το γεγονός ότι τα παιδιά ήταν στους παππούδες. Σηκώθηκε και ήπιε κάμποσο νερό. Έπειτα, άνοιξε τον υπολογιστή και έφτιαξε καφέ. Κοίταξε τα αθλητικά νέα και τα πρωτοσέλιδα των εφημερίδων. Έμεινε για λίγο στην Εσπρέσο που έγραφε λεπτομέρειες από τις απολογίες της παπαδιάς και του εραστή της. Χαζογέλασε καθώς θυμόταν κάποια αστεία που έλεγε ο Γ. χθες στη δουλειά. Ύστερα είδε αυτό το βίντεο.

http://www.youtube.com/watch?v=dhJntEn4ddA

Άνοιξε όσο πιο αθόρυβα γινόταν τη ντουλάπα. Ντύθηκε και βγήκε να πάει στο περίπτερο. Πήρε τσιγάρα και εφημερίδα, δύο συνήθειες που σκεφτόταν από καιρό ότι πρέπει να κόψει ή έστω να μειώσει. Σιγά σιγά απέβαιναν ακριβές συνήθειες. Όταν γύρισε η γυναίκα είχε ξυπνήσει. Του είπε καλημέρα και του έδωσε σε ένα πιατάκι δυο τρία κουλουράκια. Άνοιξε «τα ΝΕΑ». Διάφορες οικονομικές ειδήσεις, η ΔΕΘ, ένα αφιέρωμα στα φιλιά – κινηματογραφικά και μη. Μία σελίδα, στην οποία η εφημερίδα παρακινούσε τους αναγνώστες να στείλουν μια φωτογραφία τους από την ημέρα του γάμου του ( «την πιο σημαντική ημέρα της ζωής τους» ) και μερικά σχόλια γι’ αυτήν. Ύστερα διάβασε κάποια σύντομα σχόλια για το πόσο κακό είναι το δελτίο του σταρ που ακόμη δείχνει στις ειδήσεις τη Μενεγάκη με μαγιό (δίπλα στη στήλη, η Μενεγάκη με μαγιό) και για τα τακούνια της Λαμπίρη.

Όταν τελείωσε αντάλλαξε μερικές κουβέντες με τη γυναίκα του και μετά αποφάσισαν να αφήσουν τα παιδιά και σήμερα στους παππούδες. Τηλεφώνησαν και το κανόνισαν. Να ηρεμήσουν λίγο. Ακολούθησε μια σύντομη ένταση για το λογαριασμό της μιας πιστωτικής, όχι κάτι φοβερό όμως. Αμέσως μετά σχολίασαν ιδιαίτερα δηκτικά το περιστατικό με τη Μποφίλιου. Κάτοικοι στις συνοικίες που θα κάνει την επόμενη συναυλία της, προσκείμενοι στη χα, την απειλούν επειδή είχε μιλήσει άσχημα για τους φασίστες.

Παρήγγειλαν μια πίτσα και δύο κοκα κόλες. Ρεύτηκαν και αυτός πήγε στον υπολογιστή να κατεβάσει καμιά σειρά για το βράδυ. Η γυναίκα του αποκοιμήθηκε λίγο στον καναπέ.

Το απόγευμα μίλησαν λίγο στο τηλέφωνο με φίλους, κανόνιζαν κανένα σινεμά ή καμιά ταβέρνα μεσοβδόμαδα.

Αργότερα είδαν λίγες ειδήσεις, αγχώθηκαν, εκνευρίστηκαν, άρχισαν από μέσα τους να κάνουν υπολογισμούς, που όπως και αν τους κάνεις δεν βγαίνουν, και έτσι το γύρισαν στο σταρ, σχολιάζοντας πόσο τραγικές και γελοίες είναι οι ειδήσεις που δείχνουν.

Μετά στο αντ1 είχε επανάληψη Αναστασιάδη. Είδαν λίγο το βουλευτή της χα που μοιάζει με τον Καραϊσκάκη. Έκαναν λίγη πλάκα, γέλασαν και με τα βιντεάκια και αναρωτήθηκαν για πολλοστή φορά ότι δεν καταλαβαίνουν πώς κάποιοι ψήφισαν ένα νέο ναζιστικό κόμμα. Έπειτα αυτός πήγε στον υπολογιστή να τσεκάρει αν κατέβηκε η σειρά. Εκείνη την ώρα είδε αυτό το βίντεο.

http://www.aixmi-news.gr/index.php/component/videoflow/?task=play&tmpl=component&layout=lightbox&id=254

Έβαλαν τη σειρά, ήπιαν και δυο μπυρίτσες, μέχρι που πήγε αργά, πολύ αργά. Έδωσαν δυο τρία φιλιά, μεταξύ καληνύχτας και καύλας, ταλαντευόμενοι για το αν θα κάνουν σεξ. Η διαπραγμάτευση έδειξε ότι καλύτερα αύριο το πρωί. Ήταν και οι δύο πρωινοί τύποι. Αυτός άλλωστε είναι τρόπος να ξεκινάς τη μέρα σου.

——————————————————————————————–

Όταν ο φασισμός άρχιζε να εξαπλώνεται, αισθανόταν ακόμη σχετικά καλά. Σχολίαζε αρνητικά την αμορφωσιά και τη βία. Διάβαζε εφημερίδες και έβλεπε αρκετό σινεμά. Αυτός μόνο μερικά πρωινά στο τρένο, ένιωθε έναν απροσδιόριστο φόβο. Τότε έπιανε στην εσωτερική τσέπη του μπουφάν το πορτοφόλι του. Κάποια χρήματα, η κάρτα του σούπερ μάρκετ και η ταυτότητα. Έλλην υπήκοος. Δεν τον άγγιζε αυτόν ο χαλασμός. Ήταν ασφαλής. Το μόνο που έπρεπε να τον ανησυχεί ήταν ότι η γυναίκα του δεν έλεγε να καταλάβει ότι θα έπρεπε να είναι πολύ προσεχτικοί στα έξοδά τους πια. Είχε πιεστεί πολύ. Άντεχε αλλά είχε πιεστεί.

Λίγο ή πολύ αργότερα (ανάλογα πώς το βλέπει κανείς), όταν ο φασισμός ήταν πια εδώ, ήταν παντού εδώ και εδώ, δεν υπήρχε τίποτα άλλο, φοβόταν περισσότερο. Σχολίαζε λιγότερο, έκοψε και την εφημερίδα (για οικονομικούς περισσότερο λόγους) και ανησυχούσε για δυο τρεις φίλους του (αυτό δεν το πολυέλεγε, αλλά είχε σκοπό να τους κάνει μια κουβέντα. Θα τους έλεγε, να μαζευτούν, να προσέχουν). Είχε πιεστεί πολύ. Άντεχε, αλλά είχε πιεστεί.

——————————————————————————————–

Λίγο ή πολύ αργότερα ήταν πια καλύτερα. Μπορεί να είχε πια χάσει τους φίλους του. Μπορεί να μην σχολίαζε πια ότι δεν του αρέσει η βία. Μπορεί να μην σχολίαζε γενικά και πολλά. Μπορεί να φοβόταν λίγο περισσότερο. Πήγαινε όμως ακόμη σινεμά, όχι απαραίτητα τα έργα που ήθελε, αλλά πήγαινε. Έβλεπε ακόμη τα αθλητικά νέα. Κατέβαζε ακόμη σειρές. Μπορεί να μην ήταν καλά, μπορεί να μην ήταν όλοι ακριβώς ελεύθεροι. Αυτός όμως μέχρι τότε ήταν καλά. Σχετικά καλά. Η πραγματικότητα έμοιαζε με δύο βιντεάκια που κοίταξε ένα Σάββατο 8 Σεπτεμβρίου. Τον τάραξαν αλλά δεν αφορούσαν αυτόν, δεν κινδύνευε αυτός. Η ζωή του θα συνεχιζόταν, πιεσμένα, αλλά καλά. Σχετικά καλά. Η ζωή του θα έμοιαζε γενικώς με την αντίδραση σ’ αυτά τα δύο βιντεάκια. Μια ταραχή, κάποια σχόλια, αλλά τίποτα περισσότερο. Κατά τ’ άλλα όλα καλά. Σχετικά καλά.


tovytio.wordpress.com

10.9.12

Είπαν-Το λόμπι της σφαγής

Είμαι ένα ανερμάτιστο παραζαλισμένο κοτόπουλο. Είμαι ένα τσουλάκι της Ιστορίας. Είμαι ένας παρατηρητής της Ιστορίας. Είμαι αυτός που βρίσκεται πάντα δυο σελίδες πίσω από το έργο. Όσο οργίζομαι με τη σελίδα οκτώ, η σελίδα δέκα γράφεται. Φτάνω απεγνωσμένος στη σελίδα δέκα και η δώδεκα είναι πια ολοκληρωμένη. Δώδεκα. Η ελπίδα μου κρεμάστηκε. Είδες; Το έριξα στην πλάκα. Ή στην πλάκα θα το ρίχνω ή στην κακομοιριά. Όχι στη δράση. Ακόμα χειρότερα, όχι στην κατανόηση. Δεν με ενδιαφέρει να καταλάβω. Είναι πολύπλοκο πράγμα η κατανόηση. Απαιτεί προσπάθεια διαρκή. Κι ίσως δεν με συμφέρει να καταλάβω. Γιατί αν καταλάβω, θα καταλάβω ότι έφταιξα, ότι έφταιξα πολιτικά, ότι έφταιξα ως πολίτης. Αν καταλάβω θα καταλάβω ότι φταίω και τώρα. Αυτήν την στιγμή. Ειδικά αυτήν τη στιγμή. Ότι φταίω τώρα για όλους τους επόμενους μήνες και χρόνια, που τώρα, αυτή τη στιγμή, διαμορφώνω. Με το να μην σηκώνομαι να δράσω. Και με το να μην κάθομαι να καταλάβω.
Αν σου τη δίνουν όλοι αυτοί που λένε «στα 'λεγα», κακώς σου τη δίνουν. Να σου τη δίνουν όλοι αυτοί που δεν στα 'λεγαν. Εγώ λοιπόν δεν στα ΄λεγα. Γιατί δεν τα ήξερα. Γιατί πάντα έπαιζα τις νότες της σελίδας που η Ιστορία άνοιγε μπροστά μου. Οκ, άλλοι σου τα έλεγαν. Ο Γιαννίτσης και ο Μητσοτάκης από την μία. Οι κομμουνιστές από την άλλη. Παραδόξως είναι ταυτόχρονα δικαιωμένοι. Το ως τώρα σενάριο δικαιώνει τις αφηγήσεις και των μεν και των δε.
Μέχρι πριν ελάχιστους μήνες παίζαμε όλοι το παιχνίδι μνημόνιο. Τώρα το έχουμε αφήσει κάπως στην άκρη (κάπως, γιατί τελείως και να θες δεν γίνεται) και παίζουμε ένα από τα πολλά του απότοκα: το παιχνίδι φασισμός - αντιφασισμός, νεοναζισμός - αντινεοναζισμός. Μετά μπορεί να το αφήσουμε κι αυτό στην άκρη και να παίξουμε ακόμα πιο ακραία παιχνίδια. Επιστρέφοντας απ' τους νεκρούς ο Ανδρέας Λοβέρδος μιλάει στο νέο του βιβλίο για τη «Δημοκρατία της Έκτακτης Ανάγκης». Ο πρωθυπουργικός συνομιλητής Φαήλος Κρανιδιώτης τα λέει κι αυτός, αλλά στο πολύ πιο γλαφυρό, ορίστε πάρτε ένα άρθρο του Συντάγματος για πρόσχημα και καταλύστε το για όσο χρειαστεί.
Και σίγουρα όσο έχουν αμολυθεί τα μαύρα σκυλιά στους δρόμους και αλωνίζουν ολοένα και πιο προκλητικά, ολοένα και πιο ασύστολα, το να γίνει με την οποιαδήποτε αφορμή ένα γενικευμένο μπραφ και να αρχίζουμε να σφάζουμε οι μεν τους δε για κάνα δυο μερόνυχτα, κάθε άλλο παρά με επιστημονική φαντασία μοιάζει πια. Και να μην έρθει τότε η συνταγματικοφανής χουντίτσα να βάλει λίγο τάξη; Να έρθει. Όλοι θα την δεχτούν με αγαλλίαση. Στα Νέα, το Βήμα, την Καθημερινή και το Protagon η άφιξή της θα γίνει δεκτή περισσότερο ως αναγκαίο καλό παρά ως αναγκαίο κακό. Η υπόμνηση πάντως πως θα χρειαστεί η χουντίτσα να έχει σύντομη διάρκεια και να γίνουν σεβαστές οι προβλέψεις του Συντάγματος, θα συνοδεύει κάθε σωστό εντιτόριαλ. Οι ευθύνες θα διαμοιραστούν στη μέση: η παλαβή Αριστερά δια της μεταπολιτευτικής ιδεολογικής της ηγεμονίας μπόλιασε με ανομία το έδαφος, με αποτέλεσμα όταν σε αυτό βγήκαν και τα φυτά του ακροδεξιού χώρου η σύγκρουση να είναι αναπόφευκτη. Καταδικάζαμε τη βία από οπουδήποτε κι αν προέρχεται και δεν μας ακούγατε και μας λοιδορούσατε; Τώρα φάτε τα αποτελέσματά της. Οι Ευρωπαίοι εταίροι μας θα εκδώσουν καμία γεμάτη ανησυχία και νουθεσίες ανακοίνωση, αλλά, στην Ευρώπη που έχτισαν, το βασικό τους ζητούμενο θα είναι η επίπτωση που θα έχει το νέο καθεστώς στο κοινό μας νόμισμα. Εφόσον βέβαια θα είναι ως τότε ακόμα κοινό μας. Μπορεί πάλι να χρησιμοποιηθεί και ως άλλοθι για να μας πετάξουν έξω. Θα πουλήσουν και δημοκρατία έτσι.
Τίποτα από όλα αυτά δεν θα συμβεί βέβαια, γιατί το είπα και στην αρχή: προσπαθώ να ερμηνεύσω την Ιστορία διαβάζοντας την τωρινή της σελίδα και μόνο. Με τα τωρινά της εργαλεία προβλέπω τα μελλούμενα. Τρίχες λοιπόν προβλέπω. Τα πράγματα εξελίσσονται πάντα με τρόπο διαφορετικό από ό,τι περιμένουμε (εκτός αν είμαστε κομμουνιστές ή νεοφιλελεύθεροι). Όπως όμως και αν εξελιχθούν, το γεγονός παραμένει πως αν η οικονομική κρίση μας βρήκε σε κατάσταση άρνησης μία φορά, η έξοδος των μαύρων σκυλιών στους δρόμους μας βρίσκει σε κατάσταση άρνησης πενήντα.
Από το «Δεν είναι τόσο επικίνδυνοι ώστε να αντιδράσουμε» ως το «Είναι πάρα πολύ επικίνδυνο τώρα πια να αντιδράσουμε» είναι μια αδράνεια δρόμος. Ένας δρόμος μερικών ημερών, βδομάδων, μηνών. Όχι παραπάνω. Και άσχετα με το τι κάνει ο καθένας από μας, η αδράνεια θεσμών, φορέων, κομμάτων -και δη αριστερών κομμάτων- είναι εξίσου και περισσότερο εφιαλτική. Όσο για την αδράνεια του κράτους, θα μπορούσα μέχρι πρότινος να δεχτώ -και να υπερασπιστώ ακόμη- την άποψη περί ανεκτικότητας της δημοκρατίας (ανεκτικότητας ίσως μαζοχιστικής, ίσως όμως και ενδεικτικής του ανώτερου ήθους της ως πολιτεύματος). Πλέον είναι προφανές πως τα δύο μέτρα και τα δύο σταθμά με τα οποία αντιμετωπίζει όσους φορούν κουκούλες και όσους βάζουν γκαζάκια από την μία, κι όσους μαχαιρώνουν και τραμπουκίζουν με την ελληνική σημαία στο χέρι ως όπλο από την άλλη, είναι ενδεικτική άλλων πραγμάτων. Θα μπορούσε η Χρυσή Αυγή να είχε βγει εγκαίρως εκτός νόμου, με το εγκαίρως να είναι ας πούμε, αν όχι από παλιότερα, πάντως σε έσχατη λύση όταν τα γκάλοπ άρχισαν να δείχνουν πως μπαίνει στη Βουλή; Θα μπορούσε. Καλή θέληση να υπήρχε και θα μπορούσε. Από τα σώματα ασφαλείας τουλάχιστον -η δράση των οποίων καθορίζει και σε μεγάλο βαθμό το ποιό έγκλημα εξιχνιάζεται και ποιό όχι- μόνο τέτοια θέληση δεν έχει επιδειχθεί. Οι δεσμοί άλλωστε ένστολου κράτους και δήθεν αντισυστημικού παρακράτους είναι εντονότατοι. Μπορεί να φανταστεί κανείς αντίστοιχη ακροαριστερή οργάνωση που θα είχε τέτοιο παρελθόν καταγεγραμμένης βίας και η οποία θα είχε την αντιμετώπιση νόμιμου πολιτικού κόμματος; Όχι. Ναι, αλλά δεν θα ωρυόταν η ΧΑ αν την απέκλειαν απ΄ τις εκλογές; Θα ωρυόταν. Αλλά θα ωρυόταν μια ιστορία που ως τότε αφορούσε λίγους. Που εν πάση περιπτώσει το πόσους πολλούς αφορούσε πλέον στην Ελλάδα που έσωσε ο Γιώργος Παπανδρέου δεν θα είχαμε την ευκαιρία να το μάθουμε. Αλλά τελικά δεν μας ενοχλούσε και τόσο να το μάθουμε. Και όχι, δεν τα βάζω με την αφορμ, αντί για την αιτία. Γιατί πέραν του πόσο φασίστας είναι ο καθένας, έχει τεράστια σημασία το αν του απενοχοποιείς τον φασισμό ως θεωρία και πράξη, έχει τεράστια σημασία το αν του λες, οκ ανερμάτιστε απολιτίκ καταναλωτή, είναι κι αυτή μια επιλογή σου, θεμιτή προς πολιτική κατανάλωση όπως όλες οι άλλες.
Αντιγράφω από έναν καλό φίλο: «όσο δεν κατανοούμε ότι και "η ερμηνεία και η ανάλυση" είναι οι ίδιες καταστατικές μιας κοινωνικής συνθήκης - επομένως οφείλουν να ανακαλύπτουν τη συγχρονικότητα του λόγου τους αλλά και να δημιουργούν το αύριο, θα παραμένουμε εγκλωβισμένοι σε βολικά παραμύθια που εξηγούν τα πάντα αλλά δεν αλλάζουν τίποτα». Ίσως δηλαδή όλη αυτή η μεμψιμοιρία και ο πεσιμισμός να λειτουργούν ως αυτοεκπληρούμενη προφητεία. Ίσως όσο μιλάμε για το ενδεχόμενο να έχουμε νεκρούς στους δρόμους, πολιτειακές εκτροπές κλπ, αντί να προειδοποιούμε, να συνεισφέρουμε στη δημιουργία ενός χειρότερου αύριο. Ωστόσο δεν μπορούμε νομίζω και να συνεχίσουμε να καμωνόμαστε ότι είναι υπερβολικό να ασχολούμαστε τόσο με τα τάγματα εφόδου.
Μέσα στα πάρα πολλά πράγματα για τα οποία ντρέπομαι στη ζωή μου, εξέχουσα θέση καταλαμβάνει πια ότι «επί των ημερών μου», ότι «στη βάρδια μου», οι φασίστες βγήκαν και βρώμισαν τη ζωή μας και την Ιστορία μας. Είναι επιτακτική ανάγκη να πολεμηθεί η ιδεολογία τους και οι πρακτικές τους. Είναι ήδη αργά. Ας κάνουμε ό,τι μπορούμε για να μην είναι πολύ αργά.


old-boy.blogspot.com

8.9.12

Κράτα λίγο ακόμα




Η παραδοχή πως "οι καλοί κερδίζουν στο τέλος" είναι η μεγαλύτερη αλήθεια που μας έκρυψε ο καπιταλισμός εξορίζοντας την στα παραμύθια του Disney κάνοντας την να ακούγεται σαν ένα γραφικό απόφθευγμα ικανό να κοιμήσει τα παιδιά μέχρι να το ξεχάσουν μέσα από την σκληρή πραγματικότητα. 

Όμως οι καλοί πάντα κέρδιζαν. Όχι με το σταυρό στο χέρι και με ένα πιστοποιητικό καλοσύνης, αλλά με αγώνες και αίμα.Και οι καλοί θα κερδίσουν ακόμα μια φορά, ακόμα κι αν το παραμύθι σας το λέτε αληθινή ζωή, εμείς θα διώξουμε τους δράκους και στο τέλος της Ιστορίας θα χαμογελάμε αγκαλιασμένοι, κρατώντας ίσως σουβενίρ το κεφάλι του κακού λύκου, για να μαθαίνουν οι νέες γενιές.



3.9.12

Αχόρταγα


Τάιζε τον εαυτό του εικόνες φρίκης και εμβατήρια επανάστασης. Φοβόταν βλέπεις μη σβήσει η φωτιά που έκαιγε στα μάτια του... 

27.8.12

Είπαν-Ανταπόκριση από τον εμφύλιο…

Μην σας παραξενεύει ο τίτλος ας μας ψυλλιάσει η ίδια η πραγματικότητα, που κάτι τα δημοσιεύματα, κάτι τα βίντεο, κάτι η τηλεόραση, κάτι οι φιλικές κουβέντες πληθαίνουν στον λόγο μας. Γιατί ο Ξένιος Δίας, τα πογκρόμ, οι ρητορείες του Γεωργιάδη και του Πάγκαλου, τα σούρτα φέρτα με τις ευρωπαϊκές εταίρες του κεφαλαίου, όλα είναι απλά ενδεικτικά μιας κατάστασης που ήδη βιώνεται. Όσοι έχουν παίξει σκάκι ή έχουν δει έστω μια φορά το “Revolver” του Guy Ritchie θα θυμούνται πως ξεκινάει η ταινία αλλά και την διήγηση του πρωταγωνιστή για το πως σκαρώνεται η τέλεια κομπίνα. Αρχικά εμφανίζεται ο, από ότι φαίνεται αιώνιος, Νικολό Μακιαβέλι και με την γνωστή προτροπή του περί πολέμου, δηλαδή πως δεν γίνεται να αποφύγεις έναν πόλεμο παρά μόνο να τον καθυστερήσεις προς όφελος του αντιπάλου, αλλά είπαμε ο “Ηγεμόνας” είναι ένα βιβλίο με μεγάλη σοφία αποτυπωμένη. Και έρχεται μετά η προτροπή του πρωταγωνιστή για το πως να κοροϊδέψεις τον αντίπαλο δίνοντάς του κομμάτια ώστε να τον φέρεις στην θέση που θέλεις, τότε τον κάνεις να νιώθει πως είναι αυτός ο θηρευτής και εσύ το θύμα, και όταν όλα αλλάζουν χάνεται το σύμπαν γύρω του. Εδώ πολλά ιστορικά παραδείγματα, ίσως περισσότερα και από τα σκακιστικά. Από την μπλόφα των Συμμάχων που έκανε την απόβαση της Νορμανδίας εφικτή μέχρι το ολέθριο λάθος των Γάλλων να επενδύσουν στην γραμμή Μαζινό ενώ ο αντίπαλος επένδυε στα τανκς και την αεροπορία με αποτέλεσμα να καταληφθεί αναίμακτα η Γαλλία με την γραμμή Μαζινό άθικτη, όλα αυτά στο θέατρο του δευτέρου παγκοσμίου πολέμου. Τι σχέση έχουν όμως όλα αυτά με την πραγματικότητα του σήμερα πέρα από τις αντιστοιχίες του τότε και τώρα φασισμού ; Τόσες ώστε να ψυλλιαστούμε πως σπρωχνόμαστε σε μια και μόνη απάντηση που θα μας οδηγήσει στον όλεθρο.

Ο εμφύλιος με την έννοια που του δίνεται από την κοινωνική πλειοψηφία, δηλαδή του πολέμου μεταξύ ομοεθνών δεν τελείωσε ποτέ και σίγουρα δεν άρχισε με το έπος του ΕΑΜ-ΕΛΑΣ. Είναι ζωντανός σε κάθε χώρα που σέβεται τον καπιταλισμό της και τα στρατόπεδα είναι από καιρό μοιρασμένα, στο ένα είναι το κεφάλαιο με όλα τα μέλη, τσιράκια και μπράβους του και από την άλλη η εργατική τάξη. Σίγουρα ο ένας στρατός είναι μακράν πιο οργανωμένος, παρότι ολιγάριθμος, λειτουργεί όπως βλέπαμε στις ταινίες τον Ράμπο, καθαρίζει ολόκληρα στρατόπεδα με όπλο ένα μαχαίρι, μόνο που αυτό το killing machine δεν οφείλει την αποτελεσματικότητά του στα χολιγουντιανά εφέ αλλά στην βαθιά γνώση, τον εύστοχο πειραματισμό και την κυριαρχία που χρόνια τώρα ασκεί σχεδόν παντού και σχεδόν σε κάθε πτυχή της ζωής μας. Λειτουργεί με νέες τακτικές, απίστευτα δολοπλόκα σχέδια που του δίνουν την δυνατότητα να “σκοτώνει” τους εχθρούς χωρίς καν να κουνηθεί. Στο έτερο στρατόπεδο υπάρχει μια διαφαινόμενη διάλυση αν εξαιρέσει κανείς κάποιες σκληρές ομαδοποιήσεις που σώζουν ελάχιστα την παρτίδα, ενώ η υποκίνηση διενέξεων μεταξύ του στρατού όχι μόνο δεν λείπουν αλλά είναι και από τις αγαπημένες τακτικές του εχθρού.

Ας σταματήσουμε κάπου εδώ όμως τις παρομοιώσεις, κι ας μπούμε στο ψητό γιατί ο εμφύλιος πόλεμος μεταξύ κεφαλαίου και εργασίας μαίνεται καιρό τώρα, με πολλές τις παραπλανητικές φωνές συναδέλφωσης. Αυτή την στιγμή το εργατικό κίνημα εξωθείται στο να παίξει σαν τελευταίο του χαρτί το αντιφασιστικό μέτωπο, να προτάξει μπροστά την δημοκρατία και το ήθος του επαναστάτη μπροστά σε μια κοινωνία εκφασισμένη, που από την μια κραδαίνει ό,τι “αντί-συστημικό” μπορεί να ολοκληρώσει την δουλειά του συστήματος και από την άλλη κάνει την κότα κάθε φορά που της παρουσιάζουν τον Αρμαγεδδών ως σωτηρία. Ενώ από την άλλη πλάθεται και χτίζεται η νέα ιδεολογία του συνυπεύθυνου μικρό- αστού που είναι τίμιος με τον νόμιμο εκφραστή του κεφαλαίου στην χώρα του, το κράτος, σκληρός με οτιδήποτε δεν κάνει τσιμπούκια στην νομοθεσία και “λογικός” σε ότι έχει να κάνει με ανάγκες, διεκδικήσεις και αγώνες. Γιατί σήμερα κανείς δεν νοιάζεται (πόσο μάλλον δεν ξέρει) τι έγινε στην Χούντα των Συνταγματαρχών, κι αν οι πρόγονοι των ΔΙΑΣ μάρσαραν τις μηχανές τους ώστε να μην ακούγονται τα ουρλιαχτά του κόσμου που ξυλοκοπούταν άγρια στα στενά, θαμπώνεται από τα νούμερα της ανεργίας, την λεγόμενη οικονομική ευημερία όπως θαμπωνόταν και στην εποχή του Σημίτη θυμάσαι ; Σιγά μην ξέρει τι έγινε στην Γερμανία του μεσοπολέμου ή στην Ισπανία προ Φράνκο, εδώ δεν θυμάται τι του έλεγαν οι ίδιοι πολιτικοί πριν πέντε μήνες. Χέστηκε για την δημοκρατία γιατί για αυτόν η δημοκρατία είναι οι εκλογές και το κοινοβούλιο, έγινε άνθρωπος του αποτελέσματος άνευ κριτικής της διαδικασίας που το έφερε, άλλωστε πόσες φορές δεν έχεις ακούσει τώρα τελευταία το “ο σκοπός αγιάζει τα μέσα”. Πιστεύει στην ισότητα της ισοπέδωσης που όλοι είναι ένοχοι αλλά και ταυτόχρονα στην διαφορετικότητα-ανωτερότητα της φυλής που αλίμονο αν ξέρει κάτι για την φυλή πέρα από ό,τι τον τάισαν οι Βελλόπουλοι, Λιακόπουλοι, Γεωργιάδηδες και όλο το star system του Τηλέ Άστυ. Ξεκαβλώνει στο ίντερνετ και σε αυτόν που δεν μπορεί να αντιδράσει και εκεί που πρέπει κάνει την κότα, εξάλλου τα φίδια τους ξυπόλυτους δαγκώνουν όχι αυτούς με τα Prada και τις Louboutin. Γιατί τώρα την ώρα που μιλάμε πλάθεται η λάθος επιλογή για τον κόσμο που απέμεινε να αντιστέκεται, δηλαδή να πάμε να την πέσουμε στο μερικό, στην όψη που χρησιμοποιείται όχι μόνο από τα κοινοβουλευτικά πλέον τάγματα ασφαλείας, αλλά και την όψη που γαλουχηθήκαμε χρόνια τώρα, από τότε που έδιναν τον Οτσαλάν, που στέλναμε φαντάρους σε Αφγανιστάν, Γιουγκοσλαβία και Σομαλία, που ήμασταν η Ισχυρή Ελλάδα με την ελληνική ψυχή να τρεμοπαίζει στα χρηματιστήρια και να πανηγυρίζει πάνω στους Καλατράβιαιους τάφους των σύγχρονων σκλάβων εργατών που πέθαναν εν καιρώ εργατικής ανακωχής για τα υψηλά ιδανικά και την κομματική καθαρότητα. Κερδίσαμε τίποτα λέγοντας και παλεύοντας μόνο για αυτά ; Όχι, το αποτέλεσμα το βλέπουμε, με τις αντί-συστημικές κορώνες και τα συστημικά φράγκα μεγάλωσαν τα τάγματα ασφαλείας, με την αποκάλυψη της διαφθοράς ξαναβγήκαν οι ίδιοι υπάλληλοι του κεφαλαίου στο κοινοβουλευτικό κουρμπέτι ενώ οι ίδιοι εργατοπατέρες τώρα πλασάρονται ως η τελευταία ελπίδα για γενική απεργία. Άρα στην καλύτερη θα γυρίσουμε το νόμισμα από την άλλη για να ξαναζήσουμε το Καραμανλής ή τανκς στην εκδοχή του 21ου αιώνα. Γιατί αν δεν έχουμε υπόψιν που θέλουμε να πάμε η εξέγερση, το ξέσπασμα μετά από μερικό καιρό θα μετατραπεί σε δίλημμα κάλπη ή χάος ή ακόμα χειρότερα σε κραυγή για τάξη και ασφάλεια.

“Rite of this waring god. Destructive, alive, frees you now.
Rivers of fear, don’t you know? Vigil of faith stills you now.
You’ve been shown over and over, don’t you know?”

Neurosis – Stones from the sky

Όπως ακριβώς το λέει ο στίχος, η ιστορία μας το έχει δείξει αλλά εμείς το ξέρουμε; Είμαστε έτοιμοι να πάμε σε hardcore καταστάσεις ώστε όχι απλά να επιβεβαιώσουμε στα λόγια και να ξεσκεπάσουμε του ποιος είναι αντισυστημικός και ποιος όχι, αλλά να το αποδείξουμε στην πράξη, σε κάθε μορφή αγώνα που θα δώσουμε από εδώ και πέρα. Να δείξουμε σε όλο αυτό το μικροαστιλίκι, στους χαμένους προλετάριους που δεν ξέρουν αν τους φταίει ο μετανάστης, ο πολιτικός ή το αφεντικό τους, σε όλα αυτά τα σιχάματα της αστικής τάξης πως ο μόνος που μπορεί να πάρει στην πλάτη του αυτή την κοινωνία και να την πάει αλλού μακριά από τον όλεθρο είναι εκείνη η σακατεμένη εργατική τάξη. Γιατί κουβαλά πάνω της διπλή “κατάρα” που την θέλει ικανή να δώσει λευτεριά σε όλη την κοινωνία αλλά μόνη κερδίζοντας την δική της και για να κερδίσει την δική της πρέπει να λευτερώσει την κοινωνία. Και εδώ δεν έχει εξυπνακίστικα κόλπα αλλά Μέγας Αλέξανδρος και γόρδιος δεσμός. Χρειάζεται αγώνας, οργάνωσης μιας ζωής που καταρρέει τώρα από εμάς, μόρφωση και συνεχές κυνήγι να βγούμε όλοι μας από το πνευματικό σκότος που βοηθά να μας έχουν του χεριού τους μα πάνω από όλα πεποίθηση και αντρίκια στάση. Είμαστε διαφορετικοί δεν μπορούμε να συνυπάρξουμε μέσα στο μπουρδέλο του καπιταλισμού γιατί στα μπουρδέλα υπάρχουν πόρνες και νταβατζήδες και εμείς ονειρευόμαστε ένα κόσμο που δεν έχει τίποτα από τα δύο.

Ο εμφύλιος είναι ήδη εδώ και ας μην ηχούν ακόμα τα Makarov ή τα Kalaznikov, γιατί ηχούν ακόμα τα πογκρόμ, οι απολύσεις, και οι ιαχές από την κόλαση του Δάντη σε διασκευή του παγκοσμίου κεφαλαίου. Α και μην ψάξεις το κοντινότερο βουνό, η γειτονιά σου είναι το πρώτο λημέρι που πρέπει να στεριώσει το αντάρτικο, η δουλειά σου πρέπει να γεμίσει καπετανέους και εργατικά συμβούλια, και έννοια σου αυτή την φορά δεν θα χρειαστεί να μπούμε στην Αθήνα, ούτε και πουθενά, δεν θα χρειαστεί αν είμαστε παντού…


http://anonymosprovokatoras.tumblr.com/post/30276649648

26.8.12

Εικόνα από ένα πιθανό μέλλον-είπαν

Γκρι φορ Γκρέι

Στο μπαλκόνι η γιαγιά άκουγε απ' το τρανζίστορ της την Καίτη Γκρέυ, στο κλειδωμένο δωμάτιο ο εγγονός παρακολουθούσε στο λάπτοπ του την Σάσα Γκρέι. 'Ανοιξε άνοιξε γιατί δεν αντέχω, σιγοψιθύριζε η γιαγιά, μην ξέροντας με σιγουριά και η ίδια αν νοσταλγούσε παραγεγραμμένες πανάρχαιες καψούρες ή απλώς τα νιάτα της, την ώρα που λίγα τετραγωνικά πιο ΄κει η Σάσα είχε ανοίξει διάπλατα τα πόδια της και βογγούσε σαν να μην άντεχε, με τον εγγονό να μην ξέρει με σιγουριά και ο ίδιος αν μέσω των συγκεκριμένων εικόνων αυτοϊκανοποιούσε έναν πόθο που δεν μπορούσε να ικανοποιήσει με το πρόσωπο που θα ήθελε, ή αν απλά ενεργούσε όπως τον πρόσταζαν τα νιάτα του.
Ο εγγονός τελείωσε σκεφτόμενος τον έρωτά του, την ώρα που το τραγούδι τελείωσε δίνοντας τη θέση του στους τίτλους των ειδήσεων σε ένα λεπτό. Ακούγοντας τους η γιαγιά νοσταλγούσε πιο πρόσφατα χρόνια, χρόνια που όλα έμοιαζαν γκρι, χρόνια που κυλούσαν σε μια σχετική ανία, σε μια ομαλότητα με προβλήματα μεν, διαχειρίσιμα σε γενικές γραμμές δε, χρόνια που κυλούσαν σε μια καθημερινότητα χωρίς ιδιαίτερες συγκινήσεις, αφού οι ιστορικές συγκινήσεις που και η ίδια είχε προλάβει να ζήσει ανήκαν σε ένα παρελθόν όχι απλά μακρινό, αλλά και εντελώς ξεπερασμένο. Στον εγγονό ήδη ξεπερασμένα είχαν αρχίσει να ακούγονται όλα τα άγχη και οι αναπολήσεις των μεγαλύτερων. Τα πράγματα τώρα είχαν όπως είχαν. Και βάσει αυτών θα πορευόταν. Ας πορεύονταν οι μεγαλύτεροι βάσει του πώς είχαν κάποτε. Κάποτε θα ξυπνούσαν κι αυτοί και θα καταλάβαιναν. Σηκώθηκε, έκανε ένα ντους, ντύθηκε, είπε στη γιαγιά του ότι πάει μια βόλτα. «Μην πας προς το στρατόπεδο, γίνονται φασαρίες», του είπε εκείνη. Δεν είχε τέτοιο σκοπό.
 Έκανε μια βόλτα από τα μέρη που εκείνη σύχναζε μήπως και την πετύχαινε. Δεν την πέτυχε. Πήγε κάτω από το σπίτι της, να δει αν είχε φώτα στο δωμάτιό της. Δεν είχε. Πέρασε τελικά κι έξω απ' το στρατόπεδο. Δεν είχε αποφασίσει ακόμα σε ποιό στρατόπεδο ανήκε ο ίδιος. Συμφωνούσε άλλοτε με τους μεν, άλλοτε με τους δε. Δεν ήξερε με σιγουριά. Σκέφτηκε ότι κανονικά ο κάθε άνθρωπος είναι ένα ξεχωριστό στρατόπεδο. Πώς γίνεται να χωριζόμαστε σε μεν και σε δε; Γύρισε σπίτι κι έβαλε πάλι να δει την αγαπημένη του ταινία.
Δεν είχαν περάσει ούτε δύο χρόνια, όταν όχι μόνο είχε επιλέξει στρατόπεδο, αλλά συμμετείχε και στις οδομαχίες. Ήταν άλλωστε εκτεταμένες και εκτός ελέγχου, μέχρι που επενέβη ο στρατός. Η κατάσταση πήρε μερικά χρόνια ακόμα για να ομαλοποιηθεί. Είχε πατήσει τα τριάντα πέντε, είχε πάει να αφήσει λουλούδια στον τάφο της γιαγιάς του, γιατί ήταν η δέκατη επέτειος του θανάτου της, όταν γύρισε σπίτι του, έβαλε να ακούσει ειδήσεις και σκέφτηκε πως τον τελευταίο καιρό τίποτα άξιο λόγου δεν συμβαίνει. Τον περίμεναν γκρι δεκαετίες. Έβαλε να ακούσει μουσική. Προτιμούσε πάντα την εκδοχή της Μπέλλου.


old boy

20.8.12

Κυριακή απόγευμα στην Πάτρα ή πως η ελληνική κοινωνία αντιστέκεται στον ρατσισμό…

Κυριακή απόγευμα στην Πάτρα ή πως η ελληνική κοινωνία αντιστέκεται στον ρατσισμό…

μαρτυρία της καλής φίλης και συνεργάτη Δώρας Τελώνη από την Πάτρα


Γύρω στις 7 το απόγευμα, πολύ ζέστη, σταματάω στο mini market της γειτονιάς μου στο Ζαβλάνι και κουβεντιάζω λίγο με την ιδιοκτήτρια όταν ξαφνικά ακούγονται φωνές. «Θα μαχαίρωσαν μετανάστη…», ακούω την ιδιοκτήτρια να λέει ταραγμένη…
Ευτυχώς δεν ήταν έτσι… όμως… Ένας μετανάστης από το Μπαγκλαντές είναι σωριασμένος σε μια καρέκλα και κρατάει τα μάτια του, πονάει, γύρω του οι ομοεθνείς του φοβισμένοι και ανήσυχοι… Λίγη ώρα πριν 2 άντρες με αυτοκίνητο είχαν σταματήσει στα φανάρια κάπου στην περιοχή Κουρτέση, αν κατάλαβα καλά, και του έριξαν κάποιο καυστικό σπρέι στα μάτια. Τον μετέφεραν έξω από το mini market οι φίλοι του, μένουν στην περιοχή και ήρθαν να ζητήσουν βοήθεια… Το παιδί πονάει πολύ η γειτονιά κινητοποιείται αμέσως, βλέπω να μαζεύονται γυναίκες, άντρες, τους ακούω να λένε:
«Να φωνάξουμε ασθενοφόρο, ποιοι ήταν;»
« Από αυτούς θα είναι, τους φασίστες» μου λέει ένας άντρας σιγανά όταν με ακούει να λέω γεμίσαμε φασίστες και στην Πάτρα, «Τι να πω κοπέλα μου φοβόμαστε μην είναι και ο διπλανός μας από δαύτους πια».
Μια κυρία από απέναντι έχει πλησιάσει και ρωτάει: «Τι κάνανε στα παιδιά; Δεν ντρέπονται τα καθάρματα, χτυπάνε τα φτωχά παιδιά δεν τους φτάνει η πείνα τους έχουν και αυτούς τώρα που τους χτυπάνε». Σκέφτομαι πως αυτή η γειτονιά ξέρει από φτώχεια και να που δεν στρέφει τον θυμό της στον «ξένο». Αντίθετα από τις συντονισμένες προσπάθειες από τα ΜΜΕ ώστε να στρέψουμε τον συλλογικό θυμό για την φτώχεια μας προς τους μετανάστες ως εξιλαστήρια θύματα, εδώ φαίνεται πως υπάρχουν ακόμη αντανακλαστικά αλληλεγγύης αντί για μίσους.
Παίρνω τηλέφωνο ασθενοφόρο, περνούν είκοσι λεπτά το παιδί χειροτερεύει κάνει εμετό και είναι μισολιπόθυμος …Το ασθενοφόρο αργεί, ξαναπαίρνω «Δεν έχουμε κανένα αυτή την στιγμή διαθέσιμο λυπάμαι» μου λέει η τηλεφωνήτρια. Το καταλαβαίνω, ξέρουμε όλοι πως έχουν διαλύσει τα νοσοκομεία πια….
Τον μεταφέρω με το αυτοκίνητό μου στο 409 νοσοκομείο που εφημερεύει. Εκεί δοκιμάζω 2 ακόμη εκπλήξεις, επεισοδιακό απόγευμα:
Η 1η δυσάρεστη: Yπάρχει και δεύτερο περιστατικό, ένας 17χρονος Τυνήσιος, πάνω κάτω η ίδια ιστορία… Κάποιοι υποκρίθηκαν τους αστυνομικούς του ζήτησαν να πλησιάσει και τον ψέκασαν με σπρέι στα μάτια. Συστηματικές επιθέσεις λοιπόν…
H 2η ελπιδοφόρα: Mου θυμίζει (πάλι) πως η αλληλεγγύη και η ανθρωπιά δεν βγαίνει ποτέ στα κανάλια, δεν κάνει προπαγάνδα, είναι συνήθως διακριτική αλλά είναι εκεί, αθέατη ίσως, αλλά σταθερή και δυνατή. Οι γιατροί, το νοσηλευτικό προσωπικό, οι τραυματιοφορείς όλοι, ευγενικοί και άμεσοι.
Ακούω τους γιατρούς να λένε: «Και δεύτερο περιστατικό; Τι γίνεται έχουν βγει και χτυπάνε κόσμο;»
Με πλησιάζει μια νοσοκόμα: «Ξεχάσαμε πως είχαμε παππούδες μετανάστες. Ντροπή μας…»
Άλλος εργαζόμενος: «Μας κάνανε ρατσιστές τους Έλληνες δεν ήμασταν. Μας κάνανε γιατί τους συμφέρει να βλέπουμε το κακό στον ξένο και όχι στα χάλια μας που τους ψηφίζουμε τόσα χρόνια. Πως μας κατάντησαν… δεν μπορώ να βγάλω τον μήνα και μου ζητάνε να πληρώσω και εφορία…». Σε δυο φράσεις τα είπε όλα… Θα μου έπαιρνε τουλάχιστον 15 λεπτά να το περιγράψω…
Τελικά με την φροντίδα των γιατρών ο μετανάστης είναι καλύτερα, χρειάζεται όμως κάποια φάρμακα που οι γιατροί αδυνατούν να προμηθεύσουν: «Λυπούμαστε δεν έχουμε να σας δώσουμε…». Τους καταλαβαίνω απόλυτα. Να θες να εκτελέσεις το λειτούργημα σου ως γιατρός, γιατί ο φτωχός είτε Έλληνας είτε ξένος θα πρέπει να έχει πρόσβαση στην υγεία, και να μην έχεις τα μέσα.
Ο φαρμακοποιός που πάω να αγοράσω τα φάρμακα (δεν ξέρω αν θα θέλει να δημοσιοποιηθεί το όνομα του) και του διηγούμαι το περιστατικό δεν μου παίρνει χρήματα. «Ο καθένας μας ότι μπορεί να βοηθήσει. Ξέρω βγήκαν πάλι τα «καλόπαιδα» και κυνηγούν μετανάστες. Ότι μπορεί ο καθένας μας ας το κάνει». Σκοτεινές εποχές μου φέρνουν στην μνήμη τα λόγια του…
Γυρίζω πίσω «Ντροπή τους» λέει η ιδιοκτήτρια του mini market. «Και αυτοί φτωχοί είναι»
Η φτώχεια που θεριεύει γύρω μας δεν έχει χρώμα. Οι επιθέσεις όμως σε φτωχούς που έχουν άλλο χρώμα από το δικό μας θεριεύουν και αυτές. Υπάρχουν πολιτικά αίτια για τα φαινόμενα αυτά και εξηγήσεις σε κοινωνιολογικό επίπεδο που ξεφεύγουν από τον σκοπό αυτού του κειμένου που δεν είναι άλλος παρά να καταγράψει και την άλλη πλευρά της ελληνικής κοινωνίας. Σήμερα λοιπόν ήταν κάπως αλλιώς…. βίωσα ένα αυθόρμητο δίκτυο ανθρωπιάς και αλληλεγγύης ξεκινώντας από την γειτονιά μου, μια λαϊκή γειτονιά, στο νοσοκομείο και μετά στο κέντρο της Πάτρας. Υπάρχει και αυτή η Ελλάδα που έχει μνήμη μετανάστευσης και μνήμες αλληλεγγύης στην φτώχεια. Την βλέπω αυτή την άλλη Ελλάδα, να φοβάται να μιλήσει ανοιχτά και να καταγγείλει όμως καταλαβαίνει, βλέπει και μιλά με πράξεις αλληλεγγύης αφήνοντας στους ανεγκέφαλους τους τραμπουκισμούς κατά των πιο αδύναμων κομματιών μιας κοινωνίας που υποφέρει…
Γλυκόπικρο το απόγευμα αυτό…
Για την ιστορία ο μετανάστης μένει 10 χρόνια στην Ελλάδα και στέλνει χρήματα στην οικογένειά του στην χώρα του για να επιβιώσει (όπως έκαναν και οι δικοί μας συγγενείς κάποτε…). Ενδιάμεσα από τα μεροκάματα που κάνει σε χωράφια της περιοχής δουλεύει και στα φανάρια. Φοβάται να καταγγείλει το περιστατικό…

19 Αυγούστου, 2012
Τελώνη Δώρα-Δήμητρα
Επιστημονική συνεργάτης ΤΕΙ Πάτρας

31.7.12

Λίγο πριν τον ύπνο

Έσκισε σχεδόν με μανία τα πλαστικά καλύματα, την ίδια μανία που είχε ξεστρώσει και πετάξει τα παλιά σεντόνια, αυτά που είχαν "πάνω"  εκείνη, και τώρα, έστρωνε και βουτούσε με μια άρρωστη ανακούφιση στα καινούρια, φρεσκοβαλμένα, και αναστέναζε ήρεμος ρουφώντας την πρώτη τζούρα της αδιάφορης μυρωδιάς του καινούριου...






20.7.12

Eίπαν-Δανεικός αυτόχειρας(η μαλακία τίτλος είναι δικός μου)

Eκείνο που δεν εξηγεί η θεωρία της εξέλιξης, είναι το γιατί στην πράξη η εξέλιξη έμεινε στη μέση. Δεν μπορεί αυτό το από όπου κι αν το πιάσεις προβληματικό πράγμα που είναι ο άνθρωπος να είναι το τελικό στάδιο. Έγινε μαλφάνξιον και μείναμε όλοι μας με το αγγούρι στο χέρι, με αποτέλεσμα να περνάμε τη ζωή μας ψάχνοντας ψύλλους στα άχυρα, ψάχνοντας να βρούμε ειδικά τί και πώς και γιατί. Δεν υπάρχουν ειδικά τί και πώς και γιατί. Δεν δουλεύει. Γενικά. Τόσο απλό είναι. Κάτι στράβωσε στην εξελικτική πορεία και μείναμε λειψοί. Ίσως και να μην χρειαζόταν πολλή δουλειά ακόμη. Ίσως να ήθελε μόνο μερικά μερεμέτια ο εγκέφαλος. Ίσως κάτι στράβωσε στις καλωδιώσεις στο τέλος. Δυο κακές συνδέσεις κι όλα μοιάζουν ανεξήγητα, ο μεν κόσμος ένα τεράστιο μυστήριο που μας παίρνει χιλιετίες επιστήμης για να ανακαλύψουμε ένα κλάσμα της εξήγησής του, οι δε εμείς μια ατελείωτη πηγή μανούρας και νευρώσεων και φόβων και παραλύσεων και αυτοσαμποτάζ. «Why the pain?» που λένε ή «Γιατί ο πόνος;». Δεν υπάρχει άλλη ερώτηση με νόημα, από εκεί θα έπρεπε να ξεκινούν όλες οι ερωτήσεις. Κάτι πήγε λάθος. Η ζωή θα έπρεπε να μας είναι εύκολη, η ζωή θα έπρεπε να είναι αντιμετωπίσιμη, η ανθρωπότητα αντί να σφάζεται από γεννησιμιού της και αντί τα μέλη της να έχουν τόσο ριζικά διαφορετικές συνθήκες διαβίωσης μεταξύ τους, θα έπρεπε να έχει εφαρμόσει μια συνολική θεωρία των παιγνίων, ώστε να πετυχαίνει το βέλτιστο αποτέλεσμα για τον καθένα κι όλους μαζί. Πέντε καλώδια συναρμολογημένα διαφορετικά ή ένας ελαφρά πιο πολύπλοκος εγκέφαλος κι ίσως όλα αυτά να ήταν λυμένα. Εξαρχής. Θα έπρεπε να είμαστε ευτυχισμένοι. Ή εναλλακτικά να μην ξέρουμε τι πάει να πει ευτυχία και δυστυχία. Σαν τα ζώα. Αυτών η εξέλιξη καλά το πήγε. Το δικό μας το ενδιάμεσο πράγμα είναι που δεν την παλεύει. Και μέσα του εμείς προσπαθούμε να την παλέψουμε. Λέμε στον εαυτό μας ότι δεν είναι κακό στην άμμο να χτίζεις παλάτια, ότι το να χτίζεις παλάτια στην άμμο με το παιδί σου είναι το άπαν, πως η άμμος στα δάχτυλά του νομιμοποιεί τον κόσμο και εκμηδενίζει τη σημασία της ελαττωματικότητάς μας. Τα παιδιά: πλάσματα που ο εγκέφαλός του δεν λειτουργεί ακόμη στο επίπεδο το δικό μας, στο επίπεδο δηλαδή το ελαττωματικό. Συμπληρώνοντας τα κενά που τους λείπουν, όσο και αυτών οι μηχανές αρχίζουν να παίρνουν μπρος, εκπίπτουν από τον κόσμο όπως θα έπρεπε να είναι φτιαγμένος και μπαίνουν, με τα πόδια γεμάτα ακόμη άμμο, στον κόσμο της εξέλιξης που έμεινε στην μέση, στον κόσμο που είναι κακό στην άμμο να χτίζεις παλάτια, στον κόσμο που καταλαβαίνεις πως κάτι πάει λάθος, αλλά δεν μπορείς να βρεις το τι. Και μην μπορώντας να το βρεις, αρχίζεις να κατηγορείς τον κύριο με τα άσπρα μούσια, είτε Δαρβίνος λέγεται αυτός είτε Θεός, αρχίζεις να τον κατηγορείς που δεν φτιαχτήκαμε σωστά, που κάτι έλειψε για να είμαστε άρτιοι, που καθόμαστε και υποφέρουμε σαν τους μαλάκες, λες και δεν μπορούμε να βάλουμε κάτω πόση τροφή υπάρχει να την μοιράσουμε σε όλους, λες και δεν μπορούμε να βάλουμε κάτω τι τεχνολογία έχουμε φτιάξει να τη μοιράσουμε σε όλους ώστε να ζουν καλύτερα, λες και είναι τόσο πολύ ακατόρθωτο να μοιράσουμε δυο γαϊδουριών άχυρα, λες και είναι τόσο πολύ ακατόρθωτο να σταματήσουμε να αλληλορημαζόμαστε στις διαπροσωπικές σχέσεις, λες και είναι τόσο πολύ ακατόρθωτο οι διαπροσωπικές σχέσεις να κυμαίνονται από την αγάπη ως τα αδιάφορα συναισθήματα στη χειρότερη, λες δηλαδή και η αγάπη πρέπει ντε και καλά να είναι αυτό το υπερπολύπλοκο πράγμα, με τις εμπλοκές που την μετατρέπουν σε μίσος, σε λύσσα, σε κακία, σε πόλεμο, λες δηλαδή και όπου δούμε ευτυχία πρέπει να την διώξουμε σαν κατάρα, πρέπει να αρχίσουμε να της γαβγίζουμε, να της λέμε φύγε, φύγε μωρή καριόλα από την πόρτα μου, τι ζητάς από μένα, για ποιόν με πέρασες εμένα που θα ζήσω κι ευτυχισμένος, έχω τα θέματά μου εγώ, αχ και να ΄ξερες πόσα θέματα έχω εγώ, θέματα δικά μου όμως, κατάδικά μου, θέματα που δεν θα πάω να τα λύσω, σιγά μην αφήσω ειδικούς να βάλουν τα βρωμόχερά τους πάνω στα δικά μου τραύματα ή τη βρωμοχημεία τους πάνω στις δικές μου καλωδιώσεις, εγώ είμαι αυτός που είμαι και δεν αλλάζω εγώ, έχω έναν ιδεατό εαυτό να τον οραματίζομαι που και που, αλλά μόνο και μόνο για να με μέμφομαι περισσότερο και να με λυπάμαι περισσότερο που δεν τον φτάνω, άλλωστε τί να σου κάνει κι ο ιδεατός εαυτός όταν το είδος μας έμεινε εξελικτικά μετέωρο; Μην με ρωτάς γιατί η ζωή είναι πολύπλοκη. Η ζωή είναι πολύπλοκη επειδή η κατασκευή μας έμεινε στην μέση. Ειδάλλως θα ήταν απλή. Και σκέτα ωραία. Και σκέτα χαρούμενη. Δεν υπάρχει ομορφιά ούτε στον αγώνα ούτε στη δυσκολία ούτε στον κόπο. Όμορφο είναι να μη χρειάζεται να αγωνιστείς, όμορφο είναι το εύκολο, όμορφο είναι το άκοπο. Δεν υπάρχει ομορφιά στον πόνο. Ούτε μάθηση. Ο πόνος είναι λάθος. Οι άνθρωποι πονάνε επειδή φτιάχτηκαν λάθος. Κι αν ο εκούσιος θάνατος είναι ακόμη πιο λάθος, αυτό συμβαίνει επειδή η ανυπαρξία είναι ακόμη βλακωδέστερη από τον πόνο, τη ζωή και όλα τα κατασκευαστικά της λάθη. Πρέπει κανείς να γαντζωθεί στην ύπαρξη, όχι από μαζοχισμό, ούτε από πονολαγνεία, ούτε καν από ψυχαναγκασμό, αλλά επειδή αυτό το ημιτελές κάτι είναι περισσότερο από το τίποτα. Και ομορφότερο. Με την έννοια ότι το τίποτα δεν έχει μορφή. Και δεν είναι και ανακούφιση. Το τίποτα είναι τίποτα. Κι όσο κι αν μας κατατρώει το κάτι, όσο κι αν διαφόρων ειδών και αιτιών βασανισμένες υπάρξεις βασανίζουν και βασανίζονται από άλλες βασανισμένες υπάρξεις, δεν μας απομένει άλλη επιλογή από το να προσπαθήσουμε μέσα σε αυτό το γαμημένο το κάτι να διατηρήσουμε και τη λογική μας και την ανθρωπιά μας και την ευαισθησία μας, πρέπει να προσπαθήσουμε να συνεχίσουμε να αντιδρούμε με βασικό κριτήριο πως οι άλλοι απέναντί μας δεν έφτιαξαν οι ίδιοι το μηχάνημά τους, βρήκαν ένα μηχάνημα και μέσα σε αυτό πορεύονται, μέσα σε αυτό προσπαθούν να λειτουργήσουν, με τις δυνατότητες και τους περιορισμούς που έχει το χειριστήριό του. Να μη γίνουμε κτήνη. Να αντέξουμε. Πρέπει να αντέχεις, πρέπει να μένεις όρθιος, πρέπει να μένεις ζωντανός, πρέπει να μην παραδίνεσαι. Τα σκοτάδια του μυαλού, τα σκοτάδια της ψυχής, ωραία θα 'ταν να 'χε φως και διαύγεια παντού. Δεν έχει όμως. Είμαστε θολωμένο και όχι διαυγές είδος. Αυτοί είμαστε, δεν έχουμε άλλη επιλογή παρά να πορευτούμε με εμάς. Με τη θολούρα μας και τα σκοτάδια μας. Θα αντέξουμε; Είναι βλακώδες το τίποτα. Οπότε θα αντέξουμε.
Κι αν η άμμος κυλά από τα δάχτυλα σαν κλεψύδρα που μετρά το πότε ολοκληρώνεται η έκπτωση από την αμνήμονα ευτυχία της παιδικής ηλικίας, ίσως πρέπει να μαζεύουμε την άμμο που πέφτει από αυτά, να την ρίχνουμε στο κεφάλι μας σαν χώμα, να βουτάμε στη θάλασσα να ξεπλυθούμε, και μετά να επιστρέφουμε συνειδητοποιημένα πλέον, προκειμένου να χτίσουμε παλάτια μέσα στα οποία επιτέλους θα χωρούν λειτουργικές διαπροσωπικές και πανανθρώπινες σχέσεις.


old-boy.blogspot.gr

17.7.12

The Joker

"We stopped checking for monsters under our beds when we realized they were inside us..."


Περιμένοντας το τελευταίο μέρος, θυμάμα μια από τις πιο μεγάλες ατάκες έβερ....

2.7.12

Μεγαλώνοντας

Μεγάλωσα ένα χρόνο από την τελευταία φορα. Πως περνάνε έτσι τα γαμημένα χρόνια; Τελειώνει γρήγορα το πράγμα είτε έτσι είτε αλλιώς...



Θέλω να μαι ευτυχισμένος. Θέλω ακόμα να αλλάξει ο κόσμος. Θέλω να είμαι ερωτευμένος, να έχω φίλους και όλα να είναι καλά..Θέλω να παλέψω για αυτά. Φτάνει;



ΥΓ: Μεγάλες ατάκες η Φ. από τηλεφώνου. Ελπίζω κάποιος να το πει και για μένα αυτό στο μέλλον...

25.6.12

ΤΟ ΕΚΚΡΕΜΕΣ (βραβείο στη μικρογραφή 2011)


                 ΑΝΙΜΑΤΙΟΝ: ΤΟ ΕΚΚΡΕΜΕΣ
                                 2011

ΣΥΝΟΨΗ: Άλλη μια ιστορία αγάπης. Η τι συμβαίνει όταν το εκκρεμές μας, στην αέναη κίνηση του, συναντήσει κάποιο άλλο.

ΠΕΡΙΛΗΨΗ: Δωμάτιο-φυλακή, τα εκκρεμή του καθενός που κινούνται αέναα, μέχρι να βρουν το σωστό, αυτό που θα τα κάνει να σταματήσουν. Και τελικά ποιος κινεί αυτά τα εκκρεμή και που πάνε αυτοί που τα σταματούν; Δε θα απαντηθεί τίποτα από όλα αυτά, αλλά στο τέλος θα ανατέλει η ελπίδα.


Σκηνή πρώτη. ΕΣ
Δωμάτιο σπιτιού Σκοτεινό. Σκούροι τοίχοι.. Πάγκος. Πάνω στον πάγκο ένα εκκρεμές αέναο (δε σταματά να κινείται-χωρίς τριβές). Το πλάνο πλησιάζει. Πάνω στο εκκρεμές (το φαντάζομαι σα μεγάλη σφάιρα-του στυλ Μικρός Πρίγκιπας, πλανήτης του-κάθεται νεαρό σε ηλικία άτομο(στα 20κάτι) και πηγαινοέρχεται μαζί με το εκκρεμές δείχνοντας να βαριέται φοβερά (επανάληψη δείχνοντας τις μέρες να περνάνε πάνω στο εκκρεμές, αδιάφορα-ενώ κάθε ταλάντωση διαρκεί περίπου μισή μέρα χρονικά για εμάς). Το πλάνο απομακρύνεται και βλέπουμε άνθρωπο. Την πλάτη του, (γιγαντιαίος σε μέγεθος και σε σχέση με το εκκρεμές) να ακουμπάει και ένα δεύτερο εκκρεμές πάνω στον πάγκο. Το πλάνο πάλι πλησιάζει και βλέπουμε πως στο δεύτερο εκκρεμές πάνω βρίσκεται μια πολύ όμορφη κοπελίτσα). Το εκκρεμές θέτεται και αυτό σε κίνηση από το γιγαντιαίο άνθρωπο και παρατηρούμε πως άταν τα 2 εκκρεμή βρίσκονται στο μέγιστο της ταλάντωσης τους οι δύο άνθρωποι (το αγόρι και η κοπέλα) μπορούν σχεδόν να αγγίξουν ο ένας τον άλλο. Βρίσκονται τόσο κοντά. Στην αρχή απλά κοιτάζονται με έκπληξη, ενώ μετά σιγά σιγά αρχίζουν οι πρώτες ντροπαλές κουβέντες, στην αρχή τυπικές και μετά λιγότερο τυπικές. Κάποια στιγμή (3-4 μέρες μετά) αγγίζονται για ένα δευτερόλεπτο, ενώ στην επόμενη ταλάντωση του εκκρεμούς δίνουν στα πεταχτά ένα φιλί. Σα συνεννοημένοι κάθε φορά που συναντιούνται αγγίζονται και αυτό κάνει το εκκρεμές σιγά σιγά να σταματήσει. Κάποια στιγμή, τα εκκρεμή σταματούν, και τότε ο τύπος παίρνει τη μεγάλη απόφαση. Με ένα μεγάλο άλμα κατεβαίνει από το εκκρεμές και πηγαίνει κάτω από αυτό της κοπέλας. Η κοπέλα πηδάει και τότε αυτός την πιάνει στα χέρια του, τη φιλάει και η κάμερα τους ακολουθεί να χάνονται στο βάθος του δωματίου. Ιδέα δεν έχουμε πως θα καταφέρουν να αποδράσουν, αλλά δε μας αφορά αυτό.
Σκηνή δεύτερη και τελευταία (τελική). ΕΣ
 Επιστρέφει ο “γίγαντας” στο δωμάτιο και βλέπει πως το αγόρι και το κορίτσι έχουν κατέβει από τα εκκρεμή, και αυτά δε δουλεύουν. Κατεβάζει από τον πάγκο το ένα από τα δύο, ενώ το άλλο το θέτει πάλι σε (αέναη) κίνηση. Κάμερα απομακρύνεται προς την έξοδο ενώ το τελευταίο πράγμα που βλέπουμε είναι η πόρτα του δωματίου να κλείνει πίσω μας.
           
                                      ΤΙΤΛΟΙ ΤΕΛΟΥΣ

Ο ΔΡΟΜΟΣ


                                                         Ο ΔΡΟΜΟΣ
                                    2010

ΣΥΝΟΨΗ: Μια παρτίδα σκάκι με τον εσωτερικό μας εαυτό και πως μια ήττα ατομική οδηγεί σε μια προσπάθεια συλλογική με μεγαλύτερες ελπίδες επιτυχίας.

ΠΕΡΙΛΗΨΗ : Ένας νεαρός, ένα δωμάτιο, μια παρτίδα σκάκι απέναντι στους φόβους του για το μέλλον στη σημερινή Ελλάδα. Μια ήττα σε ατομικό επίπεδο, που οδηγεί σε μια συλλογική προσπάθεια ,ίσως, νικηφόρα. Εκεί, στο δρόμο.




1.ΕΣ          ΣΠΙΤΙ       ΑΠΡΟΣΔΙΟΡΙΣΤΗ ΩΡΑ

Εσωτερικό σπιτιού με κουρτίνες κλειστές. Απροσδιόριστη ώρα. Σκακιέρα, παρτίδα σκάκι. Πλάνο στην σκακιέρα. Από τη μια μεριά όλα τα πιόνια(μαύρα και λευκά), από την άλλη όλοι οι αξιωματικοί. Ξεκινάει η παρτίδα. Τους αξιωματικούς κινεί ένα γαντοφορεμένο(μαύρο δερμάτινο γάντι) χέρι. Τα στρατιωτάκια κινεί ένα κανονικό χέρι με 2-3 χαϊμαλιά. Παρατηρούμε την παρτίδα η οποία εξελίσσεται σε μακελειό για τα στρατιωτάκια. Η παρτιδα τελειώνει με το τελευταιο στρατιωτάκι να πέφτει «νεκρό» και αυτό πάνω στην σκακιέρα. Ανοίγει το πλάνο και βλέπουμε πως το χέρι με τα χαϊμαλιά «ανήκει» σε νεαρό ο οποίος εμφανώς ντύνεται για να πάει σε κάποια πορεία. Πριν φύγει γυρνάει προς το μέρος που παιζόταν η παρτίδα και λέει : «Οι αληθινές μάχες κερδίζονται στο δρόμο». Δε βλέπουμε ποτέ τον γαντοφορεμένο. Πόρτα κλείνει.

2.ΕΞ     ΔΡΟΜΟΣ-ΠΟΛΥΧΡΩΜΗ ΔΙΑΔΗΛΩΣΗ     ΗΛΙΟΛΟΥΣΤΟ ΠΡΩΙΝΟ
Πολύχρωμη και γεμάτη από κόσμο και μουσικές Διαδήλωση. Ο νεαρός βρίσκει την παρέα του. Αγκαλιές φιλιά. Δε βλέπουμε την κατάληξη της.
                      
                     ΤΡΑΓΟΥΔΙ- Γ.ΑΓΓΕΛΑΚΑΣ
Πέρα από τα άστρα είναι η δικιά μας γειτονιά, κατεβήκαμε με γέλια και τα όργανα στο ώμο..άντε ας παίξουμε μια τελευταία πενιά, όπου να ναι ξαναβγαίνουμε στο δρόμο(Αγγελάκας).
                    ΤΙΤΛΟΙ ΤΕΛΟΥΣ